Ο τελευταίος γενίτσαρος ήταν Ρώσος
Ο τούρκος ιστορικός και βουλευτής του κόμματος του Ταγίπ Ερντογάν Ρεχά Τσαμούρογλου αναπλάθει την ιστορία του επίλεκτου σώματος του σουλτάνου αλλά και την εξόντωσή του από τους σπαχήδες του Μαχμούτ Β' το 1826 (Φωτο: Ο σουλτάνος με ακολουθία γενιτσάρων)
Θα μπορούσε να είναι ένα γλυκόπικρο ανατολίτικο παραμύθι- κι αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό το μυθιστόρημα Ο τελευταίος γενίτσαρος του Ρεχά Τσαμούρογλου, βουλευτή και στελέχους του κυβερνώντος Κόμματος της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης της Τουρκίας. Ο συγγραφέας όμως, γνωστός ιστορικός εκτός από πεζογράφος, τοποθετεί την αφήγησή του στον ιστορικό χρόνο για να στήσει μια αλληγορία την οποία έχει κανείς τη δυνατότητα να διαβάσει με πολλούς τρόπους και να αντλήσει συμπεράσματα για τις αλλαγές που γίνονται ή επίκεινται στη σύγχρονη Τουρκία.
Βρισκόμαστε στο 1780. Ενας νεαρός ξανθός ρώσος στρατιώτης συλλαμβάνεται αιχμάλωτος από τον τουρκικό στρατό. Τον παίρνει μαζί του σκλάβο στην Κωνσταντινούπολη ο αξιωματικός ο οποίος τον συλλαμβάνει. Τον κρατά στο σπίτι του, όπου του φέρονται ευγενικά και με ασυνήθιστη για τα δεδομένα της εποχής καλοσύνη. Ο νεαρός Ρώσος συνηθίζει σιγά-σιγά τη νέα του ζωή και κάποια στιγμή, όταν οι συνθήκες ωριμάζουν, είναι έτοιμος να αλλάξει θρήσκευμα και να γίνει μουσουλμάνος. Αυτό και συμβαίνει. Τίποτε ασυνήθιστο ως εδώ. Αλλά η εποχή είναι άγρια και οι μεταβολές τεράστιες. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία κλονίζεται και το μεγαλύτερο χτύπημα που δέχεται είναι η εξέγερση των γενιτσάρων και στη συνέχεια η εξόντωσή τους από τους σπαχήδες του σουλτάνου Μαχμούτ Β΄ το 1826.
Γνωρίζουμε ότι οι γενίτσαροι υπήρξαν το καμάρι του οθωμανικού στρατού για περισσότερα από 400 χρόνια, πως ήταν τρομεροί και άφοβοι πολεμιστές, έτοιμοι να πέσουν στη φωτιάστο όνομα τουσουλτάνου, μια, ας πούμε, λεγεώνα πιστών, σχηματισμένη από τον ανθό των παιδιών των «απίστων» (χριστιανών). Το λυκόφως της εποχής των γενιτσάρων μάς περιγράφει ο Τσαμούρογλου, που είναι και το λυκόφως της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η αρχή του τέλους της. Δεν χρειάζεται να φθάσουμε στο τέλος του βιβλίου, όπου εμφανίζεται ο για καιρό χαμένος Σαμπίμπ, ο τελευταίος γενίτσαρος, δύο χρόνια μετά την εξόντωση των συντρόφων του. Ο συγγραφέας μάς το λέει αλληγορικά από την αρχή στο μότο του βιβλίου του, που είναι μια τουρκική παροιμία: «Η μοίρα του αφέντη είναι γραμμένη στο μέτωπο του σκλάβου του». Και ο σκλάβος, ο ραγιάς, ακόμη κι αν μέσω του εξισλαμισμού περνάει στην κατάσταση του απελεύθερου, δεν απαλλάσσεται από το παρελθόν του. Οπως άλλωστε συμβαίνει με τον ήρωα του βιβλίου, τον αφηγητή που ως το τέλος δεν αφαιρεί τον σταυρό που του είχε κρεμάσει η μητέρα του στη Ρωσία όταν ήταν μικρός. Μπορεί να έχει γίνει μουσουλμάνος αλλά δεν είναι Τούρκος, ούτε βέβαια και Ρώσος. Ανήκει στον κόσμο των γενιτσάρων, της πίστης, της αφοσίωσης και του κώδικα τιμής τους. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία υπήρξε συνεκτική για όσο διάστημα ήταν διασφαλισμένη η στρατιωτική της συνοχή. Λειτουργούσε ως άθροισμα κοινωνιών και ο θρησκευτικός κώδικας των μουσουλμάνων υπήρξε ο συνδετικός ιστός της που άγγιζε όλα τα επίπεδα της καθημερινής ζωής, της διακυβέρνησης και της συμπεριφοράς. Ηταν κοινωνία προφορική, μια «αυτοκρατορία της μνήμης», όπου εκείνο που κυριαρχούσε δεν ήταν οι ιδέες αλλά η φωνή του Προφήτη. Η φωνή και όχι ο λόγος. Η φωνή αυτή διαλαλούσε μια αλήθεια που είχε οριστεί κάπου, κάποτε στον χρόνο και δεν αποτελούσε αντικείμενο έρευνας ή συζήτησης. Αλλά στη Δύση γίνονταν άλλα- κι αυτά επηρέαζαν την Εγγύς Ανατολή. Ακροθιγώς αλλά καθαρά, ο συγγραφέας μάς λέει πως ο Διαφωτισμός, η επανάσταση των Φράγκων, δεν άφησε αλώβητη την αυτοκρατορία. Οι ραγιάδες απέκτησαν εθνική συνείδηση, επομένως ταυτότητα- άρα και τη θέληση και την ικανότητα να πολεμούν. Παρόμοιες αναφορές συναντούμε στην περιγραφή της πολιορκίας και της εξόδου του Μεσολογγίου, που μάλλον συμπαθητικά και διόλου εθνικιστικά τις περιγράφει ο Τσαμούρογλου. Με σεβασμό, κατανόηση και κάποια ελαφρά πικρία αντιμετωπίζει τον κώδικα τιμής των γενιτσάρων, την αφοσίωσή τους στο καθήκον και κυρίως την ανθρώπινη πλευρά τους.
ΑΛΕΒΙΤΕΣ ΚΑΙ ΜΠΕΤΑΚΤΣΗΔΕΣ
Ο Ρεχά Τσαμούρογλου,52 ετών σήμερα,είναι εξέχουσα προσωπικότητα της πολιτικής και κοινωνικής ζωής της Τουρκίας. Ιστορικός, πεζογράφος, βουλευτής και σημαίνον στέλεχος του κυβερνώντος κόμματος της χώρας, ήταν ως πέρυσι σύμβουλος του πρωθυπουργού Ταγίπ Ερντογάν. Με πλούσιο συγγραφικό έργο (ιστορικές μελέτες και μυθιστορήματα),τιμήθηκε το 2001 με το βραβείο Ηaci Βektas Ειρήνης και Φιλίας. Ο Τσαμούρογλου είναι αλεβίτης και τα τελευταία χρόνια ανέπτυξε έντονη δραστηριότητα ώστε να αμβλυνθούν οι διαφορές ανάμεσα στους σουνίτες και στους αλεβίτες. Οι αλεβίτες καταπιέστηκαν και υπέστησαν διωγμούς από τους σουνίτες επί αιώνες, καθ΄ όλη τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αλλά και από το κεμαλικό καθεστώς αργότερα. Σήμερα οι αλεβίτες αριθμούν περί τα 12 εκατομμύρια μόνο στην Τουρκία αλλά υπάρχουν και άλλοι, στη Βοσνία, στην Αλβανία και στις δυτικές χώρες- στη Γερμανία κυρίως. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι μπετακτσήδες, δηλαδή πιστεύουν στη διδασκαλία του Χατζή Μπεκτάς Βελή, εκ των μεγάλων δασκάλων του σουφισμού. Μπετακτσήδες ήταν και πολλοί γενίτσαροι,με αποτέλεσμα αρκετοί σήμερα να θεωρούν τον γενιτσαρισμό πολιτικοστρατιωτική έκφραση του μπετακτσισμού.
Ο αλεβιτισμός έχει πολλές εκφάνσεις και οι διάφορες ομάδες του παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές μεταξύ τους, ενώ μια από αυτές υποστηρίζει ότι δεν έχουν σχέση με το Ισλάμ. Γενικά ωστόσο οι αλεβίτες είναι απείρως πιο προοδευτικοί από τους σουνίτες και τους σιίτες, και ανεκτικοί σε πολλά,στα οποία περιλαμβάνεται και η ανοχή τους έναντι της ομοφυλοφιλίας. Φαινόμενα άλλωστε ομοφυλοφιλικής συμπεριφοράς είχαν παρατηρηθεί και ανάμεσα στους γενιτσάρους, όπως μας αφήνει να εννοήσουμε στο βιβλίο του ο Τσαμούρογλου.
Οι αλεβίτες, με την πίστη τους στην ανεκτικότητα όσον αφορά τη συμπεριφορά και στην αποκέντρωση όσον αφορά τη δομική λειτουργία του κράτους, αποτελούν πρόκληση για την ακόμη κεμαλική Τουρκία. Δεν είναι τυχαίο που το ιδιότυπο ισλαμικό κόμμα το οποίο κυβερνά τη χώρα έχει ανοίξει διάλογο μαζί τους και έχει λάβει τα πρώτα μέτρα που επιτρέπουν στους αλεβίτες να έχουν πλέον τους δικούς τους τόπους λατρείας και έκφρασης. Η Τουρκία βαίνει προς τον εκδημοκρατισμό κατά ασυνήθιστο τρόπο. Αλλά αυτό δεν είναι παράξενο για μια χώρα με τόσα προβλήματα και ιδιοτυπίες. Και σίγουρα ένα βιβλίο για τους γενιτσάρους και την εξόντωσή τους, σαν κι αυτό του Τσαμούρογλου, δεν θα μπορούσε να κυκλοφορήσει εκεί πριν από είκοσι χρόνια.
tovima.
Θα μπορούσε να είναι ένα γλυκόπικρο ανατολίτικο παραμύθι- κι αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό το μυθιστόρημα Ο τελευταίος γενίτσαρος του Ρεχά Τσαμούρογλου, βουλευτή και στελέχους του κυβερνώντος Κόμματος της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης της Τουρκίας. Ο συγγραφέας όμως, γνωστός ιστορικός εκτός από πεζογράφος, τοποθετεί την αφήγησή του στον ιστορικό χρόνο για να στήσει μια αλληγορία την οποία έχει κανείς τη δυνατότητα να διαβάσει με πολλούς τρόπους και να αντλήσει συμπεράσματα για τις αλλαγές που γίνονται ή επίκεινται στη σύγχρονη Τουρκία.
Βρισκόμαστε στο 1780. Ενας νεαρός ξανθός ρώσος στρατιώτης συλλαμβάνεται αιχμάλωτος από τον τουρκικό στρατό. Τον παίρνει μαζί του σκλάβο στην Κωνσταντινούπολη ο αξιωματικός ο οποίος τον συλλαμβάνει. Τον κρατά στο σπίτι του, όπου του φέρονται ευγενικά και με ασυνήθιστη για τα δεδομένα της εποχής καλοσύνη. Ο νεαρός Ρώσος συνηθίζει σιγά-σιγά τη νέα του ζωή και κάποια στιγμή, όταν οι συνθήκες ωριμάζουν, είναι έτοιμος να αλλάξει θρήσκευμα και να γίνει μουσουλμάνος. Αυτό και συμβαίνει. Τίποτε ασυνήθιστο ως εδώ. Αλλά η εποχή είναι άγρια και οι μεταβολές τεράστιες. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία κλονίζεται και το μεγαλύτερο χτύπημα που δέχεται είναι η εξέγερση των γενιτσάρων και στη συνέχεια η εξόντωσή τους από τους σπαχήδες του σουλτάνου Μαχμούτ Β΄ το 1826.
Γνωρίζουμε ότι οι γενίτσαροι υπήρξαν το καμάρι του οθωμανικού στρατού για περισσότερα από 400 χρόνια, πως ήταν τρομεροί και άφοβοι πολεμιστές, έτοιμοι να πέσουν στη φωτιάστο όνομα τουσουλτάνου, μια, ας πούμε, λεγεώνα πιστών, σχηματισμένη από τον ανθό των παιδιών των «απίστων» (χριστιανών). Το λυκόφως της εποχής των γενιτσάρων μάς περιγράφει ο Τσαμούρογλου, που είναι και το λυκόφως της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η αρχή του τέλους της. Δεν χρειάζεται να φθάσουμε στο τέλος του βιβλίου, όπου εμφανίζεται ο για καιρό χαμένος Σαμπίμπ, ο τελευταίος γενίτσαρος, δύο χρόνια μετά την εξόντωση των συντρόφων του. Ο συγγραφέας μάς το λέει αλληγορικά από την αρχή στο μότο του βιβλίου του, που είναι μια τουρκική παροιμία: «Η μοίρα του αφέντη είναι γραμμένη στο μέτωπο του σκλάβου του». Και ο σκλάβος, ο ραγιάς, ακόμη κι αν μέσω του εξισλαμισμού περνάει στην κατάσταση του απελεύθερου, δεν απαλλάσσεται από το παρελθόν του. Οπως άλλωστε συμβαίνει με τον ήρωα του βιβλίου, τον αφηγητή που ως το τέλος δεν αφαιρεί τον σταυρό που του είχε κρεμάσει η μητέρα του στη Ρωσία όταν ήταν μικρός. Μπορεί να έχει γίνει μουσουλμάνος αλλά δεν είναι Τούρκος, ούτε βέβαια και Ρώσος. Ανήκει στον κόσμο των γενιτσάρων, της πίστης, της αφοσίωσης και του κώδικα τιμής τους. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία υπήρξε συνεκτική για όσο διάστημα ήταν διασφαλισμένη η στρατιωτική της συνοχή. Λειτουργούσε ως άθροισμα κοινωνιών και ο θρησκευτικός κώδικας των μουσουλμάνων υπήρξε ο συνδετικός ιστός της που άγγιζε όλα τα επίπεδα της καθημερινής ζωής, της διακυβέρνησης και της συμπεριφοράς. Ηταν κοινωνία προφορική, μια «αυτοκρατορία της μνήμης», όπου εκείνο που κυριαρχούσε δεν ήταν οι ιδέες αλλά η φωνή του Προφήτη. Η φωνή και όχι ο λόγος. Η φωνή αυτή διαλαλούσε μια αλήθεια που είχε οριστεί κάπου, κάποτε στον χρόνο και δεν αποτελούσε αντικείμενο έρευνας ή συζήτησης. Αλλά στη Δύση γίνονταν άλλα- κι αυτά επηρέαζαν την Εγγύς Ανατολή. Ακροθιγώς αλλά καθαρά, ο συγγραφέας μάς λέει πως ο Διαφωτισμός, η επανάσταση των Φράγκων, δεν άφησε αλώβητη την αυτοκρατορία. Οι ραγιάδες απέκτησαν εθνική συνείδηση, επομένως ταυτότητα- άρα και τη θέληση και την ικανότητα να πολεμούν. Παρόμοιες αναφορές συναντούμε στην περιγραφή της πολιορκίας και της εξόδου του Μεσολογγίου, που μάλλον συμπαθητικά και διόλου εθνικιστικά τις περιγράφει ο Τσαμούρογλου. Με σεβασμό, κατανόηση και κάποια ελαφρά πικρία αντιμετωπίζει τον κώδικα τιμής των γενιτσάρων, την αφοσίωσή τους στο καθήκον και κυρίως την ανθρώπινη πλευρά τους.
ΑΛΕΒΙΤΕΣ ΚΑΙ ΜΠΕΤΑΚΤΣΗΔΕΣ
Ο Ρεχά Τσαμούρογλου,52 ετών σήμερα,είναι εξέχουσα προσωπικότητα της πολιτικής και κοινωνικής ζωής της Τουρκίας. Ιστορικός, πεζογράφος, βουλευτής και σημαίνον στέλεχος του κυβερνώντος κόμματος της χώρας, ήταν ως πέρυσι σύμβουλος του πρωθυπουργού Ταγίπ Ερντογάν. Με πλούσιο συγγραφικό έργο (ιστορικές μελέτες και μυθιστορήματα),τιμήθηκε το 2001 με το βραβείο Ηaci Βektas Ειρήνης και Φιλίας. Ο Τσαμούρογλου είναι αλεβίτης και τα τελευταία χρόνια ανέπτυξε έντονη δραστηριότητα ώστε να αμβλυνθούν οι διαφορές ανάμεσα στους σουνίτες και στους αλεβίτες. Οι αλεβίτες καταπιέστηκαν και υπέστησαν διωγμούς από τους σουνίτες επί αιώνες, καθ΄ όλη τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αλλά και από το κεμαλικό καθεστώς αργότερα. Σήμερα οι αλεβίτες αριθμούν περί τα 12 εκατομμύρια μόνο στην Τουρκία αλλά υπάρχουν και άλλοι, στη Βοσνία, στην Αλβανία και στις δυτικές χώρες- στη Γερμανία κυρίως. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι μπετακτσήδες, δηλαδή πιστεύουν στη διδασκαλία του Χατζή Μπεκτάς Βελή, εκ των μεγάλων δασκάλων του σουφισμού. Μπετακτσήδες ήταν και πολλοί γενίτσαροι,με αποτέλεσμα αρκετοί σήμερα να θεωρούν τον γενιτσαρισμό πολιτικοστρατιωτική έκφραση του μπετακτσισμού.
Ο αλεβιτισμός έχει πολλές εκφάνσεις και οι διάφορες ομάδες του παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές μεταξύ τους, ενώ μια από αυτές υποστηρίζει ότι δεν έχουν σχέση με το Ισλάμ. Γενικά ωστόσο οι αλεβίτες είναι απείρως πιο προοδευτικοί από τους σουνίτες και τους σιίτες, και ανεκτικοί σε πολλά,στα οποία περιλαμβάνεται και η ανοχή τους έναντι της ομοφυλοφιλίας. Φαινόμενα άλλωστε ομοφυλοφιλικής συμπεριφοράς είχαν παρατηρηθεί και ανάμεσα στους γενιτσάρους, όπως μας αφήνει να εννοήσουμε στο βιβλίο του ο Τσαμούρογλου.
Οι αλεβίτες, με την πίστη τους στην ανεκτικότητα όσον αφορά τη συμπεριφορά και στην αποκέντρωση όσον αφορά τη δομική λειτουργία του κράτους, αποτελούν πρόκληση για την ακόμη κεμαλική Τουρκία. Δεν είναι τυχαίο που το ιδιότυπο ισλαμικό κόμμα το οποίο κυβερνά τη χώρα έχει ανοίξει διάλογο μαζί τους και έχει λάβει τα πρώτα μέτρα που επιτρέπουν στους αλεβίτες να έχουν πλέον τους δικούς τους τόπους λατρείας και έκφρασης. Η Τουρκία βαίνει προς τον εκδημοκρατισμό κατά ασυνήθιστο τρόπο. Αλλά αυτό δεν είναι παράξενο για μια χώρα με τόσα προβλήματα και ιδιοτυπίες. Και σίγουρα ένα βιβλίο για τους γενιτσάρους και την εξόντωσή τους, σαν κι αυτό του Τσαμούρογλου, δεν θα μπορούσε να κυκλοφορήσει εκεί πριν από είκοσι χρόνια.
tovima.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου