«Αποκτήσαμε επιτέλους χωριό»

Η Αθήνα συνεχίζει να προσελκύει τους νέους ανθρώπους που κατάγονται από την περιφέρεια και οι οποίοι ελπίζουν ότι εκεί θα βρουν καλύτερες συνθήκες εργασίας και ποιότητας ζωής. Την ίδια ώρα, αρκετοί Αθηναίοι παίρνουν τον δρόμο της επιστροφής στα πάτρια εδάφη ή ακόμα και τον δρόμο της αναζήτησης μιας νέας εστίας, με την ελπίδα να βρουν κάτι καλύτερο από αυτό που είχαν. Ο Mπάμπης Τριανταφύλλου και η Πόλα Μαρκόζη είναι δύο άνθρωποι που έκαναν αυτή τη διαδρομή, που βρήκαν αυτό που δεν είχαν, που απέκτησαν το χωριό που δεν είχαν ποτέ.
Πριν από οκτώ χρόνια πήραν την απόφαση να αφήσουν την Αθήνα και να έρθουν στην επαρχία, γιατί απλά δεν άντεχαν άλλο εκεί που ζούσαν. Ήθελαν να ξεφύγουν από τη βαβούρα και τους εξαντλητικούς ρυθμούς της μεγαλούπολης και τα κατάφεραν. Σήμερα ζουν στα Πράμαντα και είναι οι διαχειριστές του ορειβατικού καταφυγίου, λίγο πιο κάτω από τη Στρογγούλα. Το χωριό αυτό το επέλεξαν όχι μόνο για να δουλέψουν αλλά και για να φτιάξουν την οικογένειά τους στην οποία πριν από δύο μήνες προστέθηκε το τρίτο μέλος της, ο γιος τους.

Τον Φεβρουάριο του 2002, ο Μπάμπης και η Πόλα έβαλαν τον χάρτη κάτω και με αποφασιστικότητα επέλεξαν τον προορισμό τους. «Θέλαμε να πάμε ή στην Κρήτη ή στην Ήπειρο. Βασικό κριτήριο όμως ήταν το αν μπορούσαμε να βρούμε δουλειά. Την Κρήτη τη βλέπαμε κορεσμένη. Η Ήπειρος μας φαινόταν πολύ καλύτερη. Είπαμε να πάμε κάπου όπου η ανάπτυξη βρισκόταν στις ρίζες της» μας λέει ο Μπάμπης. Πρώτος τους σταθμός ήταν τα Γιάννενα, όπου η Πόλα δούλεψε στη συντήρηση έργων τέχνης στην 8η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων ως συμβασιούχος. Ακόμα και τα Γιάννενα όμως τους θύμιζαν την Αθήνα. «Οι δουλειές μας μάς έκαναν να αισθανόμαστε ότι ζούμε και πάλι σε μια πόλη. Λίγο τα ωράρια, λίγο η διαβίωση σε διαμέρισμα. Έτσι είχαμε τα μάτια μας και τα αυτιά μας ανοιχτά» αναφέρει ο Μπάμπης. Και κάποια στιγμή προέκυψε το καταφύγιο Πραμάντων. Όπως λέει η Πόλα, «ήταν μια περίοδος που μας βοήθησαν οι συγκυρίες. Με το προεδρικό διάταγμα Παυλόπουλου είχα μείνει εκτός μονιμοποίησης για οκτώ ημέρες, ενώ κάποια στιγμή τελείωσαν και οι συμβάσεις με το υπουργείο Πολιτισμού. Όταν είχα ξεκινήσει αυτή τη δουλειά, φανταζόμουν καριέρα και τέτοια πράγματα. Ήρθε η απογοήτευση, και μετά το καταφύγιο». Όταν επισκέφτηκαν τον χώρο του καταφυγίου, το οποίο ήταν εγκαταλελειμμένο, ήξεραν ότι ήθελαν να μείνουν εκεί. Αμέσως πήγαν και βρήκαν τον τότε δήμαρχο Πραμάντων Χρήστο Τσακτσίρα. «Ο δήμαρχος μας είπε: ‘αν εσείς μπορείτε να μείνετε στο χωριό και να δουλέψετε το καταφύγιο, ετοιμάζω αμέσως τον διαγωνισμό’ κι έτσι έγινε» θυμάται ο Μπάμπης. Η ημέρα του διαγωνισμού ήταν μια μέρα γεμάτη αγωνία για το ζευγάρι, καθώς φοβόταν ότι μπορεί να εμφανιστεί κι άλλος ενδιαφερόμενος για το καταφύγιο. «Το ταξίδι από τα Γιάννενα μέχρι τα Πράμαντα μας φάνηκε αιώνας. Ό,τι αυτοκίνητο μας προσπερνούσε στον δρόμο, φοβόμασταν ότι πήγαινε στα Πράμαντα για τον διαγωνισμό» προσθέτει. Τελικά δεν εμφανίστηκε κανένας άλλος. Οι δυο τους ξεκίνησαν να λειτουργούν το καταφύγιο τον Οκτώβριο του 2006. Ήξεραν και οι δύο ότι δεν θα ήταν εύκολη υπόθεση η δουλειά αυτή. Το κτίριο ήταν προβληματικό, η πρόσβαση όχι ιδιαίτερα εύκολη, τα χρήματα που χρειάζονταν για τη βελτίωση του καταφυγίου αρκετά, ενώ δύσκολη ήταν και η γνωριμία με τον ντόπιο κόσμο. «Τα αρνητικά τα ξέραμε, τα είχαμε μπροστά μας. Αν καθόμασταν να το ψειρίσουμε πολύ, δεν θα κάναμε τίποτα» λέει ο Μπάμπης, ενώ η Πόλα, δίπλα του, συμπληρώνει: «Πολλοί που ζουν στην επαρχία μπορεί να μην το καταλαβαίνουν, αλλά θέλαμε το δικό μας χωριό. Ούτε εγώ ούτε ο Μπάμπης είχαμε χωριό. Θέλουμε την οικογένειά μας να την κάνουμε εκτός Αθήνας, εκτός βαβούρας, εκτός άσχημου πολιτισμού. Θέλουμε το παιδί μας να ζήσει ανθρώπινα». Οι δυσκολίες πολλές, όπως πολλά και τα έξοδα. Ωστόσο, οι δύο νέοι αυτοί άνθρωποι δεν μετάνιωσαν στιγμή που επέλεξαν να φύγουν από την Αθήνα και να μείνουν σε ένα ορεινό χωριό της Ηπείρου. «Οι φίλοι μας, οι συγγενείς μας, έρχονται εδώ για διακοπές. Απέκτησαν κι αυτοί κάπου να πάνε για να ξεφύγουν. Λένε ‘πάμε στο χωριό των παιδιών’». Και την έκφραση: «το χωριό των παιδιών» τη νιώθουν ως τη μεγαλύτερη κατάκτησή τους.
agon

Δεν υπάρχουν σχόλια: