50 χρόνια από την Γερμανοελληνική Σύμβαση Εργασίας
Σαν σήμερα πριν από 50 χρόνια υπογράφηκε η Γερμανοελληνική "Σύμβαση Περί Επιλογής και Τοποθετήσεως Ελλήνων εργατών εις γερμανικάς επιχειρήσεις" (30 Μαρτίου 1960). Τι σημαίνει σήμερα για τους Έλληνες της Γερμανίας;
Το 1960 η Γερμανία υπογράφει τη λεγόμενη ‘διπλή συνθήκη’, με την Ισπανία στις 29 και με την Ελλάδα στις 30 Μαρτίου. Αμφότερες οι χώρες βρίσκονταν στη φάση του εκσυγχρονισμού και υπήρχε μεγάλη κινητικότητα εργατικού δυναμικού από την επαρχία στα αστικά κέντρα, που όμως δεν μπορούσαν να απορροφήσουν οι νέες εργοστασιακές μονάδες στις δύο χώρες...
Με την υπογραφή της σύμβασης εργασίας με την Ελλάδα, η Γερμανία ανταποκρίθηκε στις απαιτήσεις της ραγδαία αναπτυσσόμενης βιομηχανίας της, αλλά προώθησε ταυτόχρονα και τους στόχους της εξωτερικής της πολιτικής που ήταν την εποχή εκείνη: καλλιέργεια διμερών οικονομικών σχέσεων με χώρες που υπέφεραν από την ναζιστική Κατοχή.
Η δύσκολη «ελληνική ταυτότητα»
Σήμερα 50 χρόνια μετά, ήρθε η στιγμή της αποτίμησης: Τί έγιναν οι 400.000 Έλληνες μετανάστες που σήμερα συρρικνώθηκαν στις 287.187 περίπου; Ποια ήταν η πορεία τους; Πόσο ενταγμένοι είναι στη γερμανική κοινωνία; Μπορεί να είναι υπερήφανοι για τα 50 αυτά χρόνια εργασίας στην μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ;
Οι Έλληνες μετανάστες που αποτελούσαν στην αρχή έναν συμπαγή και ομοιογενή οικονομικοκοινωνικά πυρήνα, έχουν μετεξελιχθεί σε μια ανομοιογενή οικονομικοκοινωνικά παροικία, που συρρικνώνεται, αλλά και κινείται μεταξύ Γερμανίας και Ελλάδας, με διαφορετικές πολιτισμικές συντεταγμένες και χωρίς ενιαία ταυτότητα.
Αρκεί όμως η οικονομικοκοινωνική ανομοιογένεια για την έλλειψη ενιαίας ταυτότητας;
Ο Έλληνας κοινωνικός παιδαγωγός και ανθρωπολόγος Βασίλειος Φθενάκης, που διαπρέπει επιστημονικά από το τέλος της δεκαετίας του ’60 στη Γερμανία, διαπιστώνει ότι η «ταυτότητα του Έλληνα έχει γενικά πρόβλημα» και εξηγεί το γιατί: «Η εκπαίδευση στην Ελλάδα ενισχύει μια αρνητική ταυτότητα του Έλληνα. Γι’ αυτό και οι Έλληνες αδυνατούν να σκεφθούν εθνικά. Για να σωθούν όμως μεταφέρουν το σημείο αναφοράς στην τοπική τους καταγωγή οι Κρήτες στην Κρήτη, οι Πόντιοι στον ποντιακό τους πολιτισμό.»
Το φαινόμενο αυτό οξύνεται, σύμφωνα με τον Έλληνα επιστήμονα, όταν οι Έλληνες βρεθούν σε ξένο περιβάλλον, όταν «αποξενωθούν από τον τόπο τους. Γι’ αυτό και οι Έλληνες της Γερμανίας δεν έχουν μια ενιαία ταυτότητα».
Το χαρακτηριστικό των Ελλήνων: επενδύουν στη μόρφωση
Η «φυγή» στην τοπική του καταγωγή είναι λοιπόν το στίγμα της ταυτότητας του Έλληνα της Γερμανίας.
Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του Ελληνισμού της Γερμανίας στην 50χρονη πορεία του είναι όμως άλλο: η προσπάθεια των Ελλήνων γονέων να μορφωθούν τα παιδιά τους.
Χαρακτηριστικό που δεν έχει καμία άλλη μεταναστευτική ομάδα, αλλά ούτε και η γερμανική κοινωνία. Διότι κάθε ομάδα καθόριζε την συμπεριφορά της προς τη μόρφωση των παιδιών της, ανάλογα με την οικονομικοκοινωνική της προέλευση. Έτσι τα παιδιά των εργατών γίνονταν εργάτες, των επιστημόνων επιστήμονες κλπ. Μόνον οι Έλληνες γονείς επένδυσαν και επενδύουν στη μόρφωση των παιδιών τους.
Φαινόμενο που εξέπληξε τους Γερμανούς επιστήμονες της δεκαετίας του ’80, όταν διαπίστωσαν ότι η πλειονότητα των Ελλήνων μαθητών φοιτούσε στα γερμανικά γυμνάσια, αν και οι περισσότεροι από τους γονείς τους ήταν εργάτες.
Το χαρακτηριστικό αυτό είναι, σύμφωνα με τον κ. Φθενάκη, ο βασικός συντελεστής για την επιτυχή ενσωμάτωση στην τοπική κοινωνία: «Διότι η μόρφωση είναι το κλειδί για να αποκτήσεις πρόσβαση στο σύστημα της χώρας υποδοχής. Έτσι ο μηχανισμός αυτός βοήθησε τους Έλληνες να ενταχθούν καλύτερα στη γερμανική κοινωνία», με την οποία εξάλλου δεν έχουν «μεγάλες αξιολογικές διαφορές. Οι Έλληνες είναι καλά εντεταγμένοι.»
Το καθεστώς του Ευρωπαίου πολίτη άλλαξε το προφίλ του Έλληνα
Μια «απαρατήρητη μειονότητα» ήταν η ετικέτα που κόλλησαν στους Έλληνες οι Γερμανοί επιστήμονες και πολιτικοί στη δεκαετία του ’90, την εποχή της γερμανικής εθνικής έξαρσης, μετά την επανένωση. Δηλαδή μια εθνική μειονότητα που δεν την διέκρινες, δεν φαινόταν στο δρόμο, στη δουλειά, στο σχολείο ή στο πανεπιστήμιο.
Τελικά μπορεί να είναι υπερήφανος ο Έλληνας της Γερμανίας γι’ αυτά τα 50 χρόνια μετανάστευσης;
Ο διαπρεπής Έλληνας επιστήμονας Βασίλειος Φθενάκης υποστηρίζει ότι η λέξη υπερηφάνεια είναι υπερβολική: «Διότι η αλλαγή από το καθεστώς του ξένου εργάτη σε εκείνο του Ευρωπαίου πολίτη δεν κατακτήθηκε από το μεταναστευτικό κίνημα, αλλά παραχωρήθηκε, ήταν ευρύτερη ευρωπαϊκή και ελληνική πολιτική».
Η αλλαγή όμως αυτή (από το 1995), εκτιμά ο κ. Φθενάκης, ήταν μια «καλή συγκυρία που βοήθησε στη βελτίωση της θέσης των Ελλήνων στη γερμανική κοινωνία και ίσως συνετέλεσε» στη διαμόρφωση του σύγχρονου προφίλ του Έλληνα της Γερμανίας.
(Φωτ. 1)Ντούισμπουργκ, 1962: μάθημα οδικής συμπεριφοράς σε Έλληνες εργάτες
(Φωτ. 2)Ελληνικό μπακάλικο κοντά στο σταθμό της Φραγκφούρτης
dw-world.de
Το 1960 η Γερμανία υπογράφει τη λεγόμενη ‘διπλή συνθήκη’, με την Ισπανία στις 29 και με την Ελλάδα στις 30 Μαρτίου. Αμφότερες οι χώρες βρίσκονταν στη φάση του εκσυγχρονισμού και υπήρχε μεγάλη κινητικότητα εργατικού δυναμικού από την επαρχία στα αστικά κέντρα, που όμως δεν μπορούσαν να απορροφήσουν οι νέες εργοστασιακές μονάδες στις δύο χώρες...
Με την υπογραφή της σύμβασης εργασίας με την Ελλάδα, η Γερμανία ανταποκρίθηκε στις απαιτήσεις της ραγδαία αναπτυσσόμενης βιομηχανίας της, αλλά προώθησε ταυτόχρονα και τους στόχους της εξωτερικής της πολιτικής που ήταν την εποχή εκείνη: καλλιέργεια διμερών οικονομικών σχέσεων με χώρες που υπέφεραν από την ναζιστική Κατοχή.
Η δύσκολη «ελληνική ταυτότητα»
Σήμερα 50 χρόνια μετά, ήρθε η στιγμή της αποτίμησης: Τί έγιναν οι 400.000 Έλληνες μετανάστες που σήμερα συρρικνώθηκαν στις 287.187 περίπου; Ποια ήταν η πορεία τους; Πόσο ενταγμένοι είναι στη γερμανική κοινωνία; Μπορεί να είναι υπερήφανοι για τα 50 αυτά χρόνια εργασίας στην μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ;
Οι Έλληνες μετανάστες που αποτελούσαν στην αρχή έναν συμπαγή και ομοιογενή οικονομικοκοινωνικά πυρήνα, έχουν μετεξελιχθεί σε μια ανομοιογενή οικονομικοκοινωνικά παροικία, που συρρικνώνεται, αλλά και κινείται μεταξύ Γερμανίας και Ελλάδας, με διαφορετικές πολιτισμικές συντεταγμένες και χωρίς ενιαία ταυτότητα.
Αρκεί όμως η οικονομικοκοινωνική ανομοιογένεια για την έλλειψη ενιαίας ταυτότητας;
Ο Έλληνας κοινωνικός παιδαγωγός και ανθρωπολόγος Βασίλειος Φθενάκης, που διαπρέπει επιστημονικά από το τέλος της δεκαετίας του ’60 στη Γερμανία, διαπιστώνει ότι η «ταυτότητα του Έλληνα έχει γενικά πρόβλημα» και εξηγεί το γιατί: «Η εκπαίδευση στην Ελλάδα ενισχύει μια αρνητική ταυτότητα του Έλληνα. Γι’ αυτό και οι Έλληνες αδυνατούν να σκεφθούν εθνικά. Για να σωθούν όμως μεταφέρουν το σημείο αναφοράς στην τοπική τους καταγωγή οι Κρήτες στην Κρήτη, οι Πόντιοι στον ποντιακό τους πολιτισμό.»
Το φαινόμενο αυτό οξύνεται, σύμφωνα με τον Έλληνα επιστήμονα, όταν οι Έλληνες βρεθούν σε ξένο περιβάλλον, όταν «αποξενωθούν από τον τόπο τους. Γι’ αυτό και οι Έλληνες της Γερμανίας δεν έχουν μια ενιαία ταυτότητα».
Το χαρακτηριστικό των Ελλήνων: επενδύουν στη μόρφωση
Η «φυγή» στην τοπική του καταγωγή είναι λοιπόν το στίγμα της ταυτότητας του Έλληνα της Γερμανίας.
Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του Ελληνισμού της Γερμανίας στην 50χρονη πορεία του είναι όμως άλλο: η προσπάθεια των Ελλήνων γονέων να μορφωθούν τα παιδιά τους.
Χαρακτηριστικό που δεν έχει καμία άλλη μεταναστευτική ομάδα, αλλά ούτε και η γερμανική κοινωνία. Διότι κάθε ομάδα καθόριζε την συμπεριφορά της προς τη μόρφωση των παιδιών της, ανάλογα με την οικονομικοκοινωνική της προέλευση. Έτσι τα παιδιά των εργατών γίνονταν εργάτες, των επιστημόνων επιστήμονες κλπ. Μόνον οι Έλληνες γονείς επένδυσαν και επενδύουν στη μόρφωση των παιδιών τους.
Φαινόμενο που εξέπληξε τους Γερμανούς επιστήμονες της δεκαετίας του ’80, όταν διαπίστωσαν ότι η πλειονότητα των Ελλήνων μαθητών φοιτούσε στα γερμανικά γυμνάσια, αν και οι περισσότεροι από τους γονείς τους ήταν εργάτες.
Το χαρακτηριστικό αυτό είναι, σύμφωνα με τον κ. Φθενάκη, ο βασικός συντελεστής για την επιτυχή ενσωμάτωση στην τοπική κοινωνία: «Διότι η μόρφωση είναι το κλειδί για να αποκτήσεις πρόσβαση στο σύστημα της χώρας υποδοχής. Έτσι ο μηχανισμός αυτός βοήθησε τους Έλληνες να ενταχθούν καλύτερα στη γερμανική κοινωνία», με την οποία εξάλλου δεν έχουν «μεγάλες αξιολογικές διαφορές. Οι Έλληνες είναι καλά εντεταγμένοι.»
Το καθεστώς του Ευρωπαίου πολίτη άλλαξε το προφίλ του Έλληνα
Μια «απαρατήρητη μειονότητα» ήταν η ετικέτα που κόλλησαν στους Έλληνες οι Γερμανοί επιστήμονες και πολιτικοί στη δεκαετία του ’90, την εποχή της γερμανικής εθνικής έξαρσης, μετά την επανένωση. Δηλαδή μια εθνική μειονότητα που δεν την διέκρινες, δεν φαινόταν στο δρόμο, στη δουλειά, στο σχολείο ή στο πανεπιστήμιο.
Τελικά μπορεί να είναι υπερήφανος ο Έλληνας της Γερμανίας γι’ αυτά τα 50 χρόνια μετανάστευσης;
Ο διαπρεπής Έλληνας επιστήμονας Βασίλειος Φθενάκης υποστηρίζει ότι η λέξη υπερηφάνεια είναι υπερβολική: «Διότι η αλλαγή από το καθεστώς του ξένου εργάτη σε εκείνο του Ευρωπαίου πολίτη δεν κατακτήθηκε από το μεταναστευτικό κίνημα, αλλά παραχωρήθηκε, ήταν ευρύτερη ευρωπαϊκή και ελληνική πολιτική».
Η αλλαγή όμως αυτή (από το 1995), εκτιμά ο κ. Φθενάκης, ήταν μια «καλή συγκυρία που βοήθησε στη βελτίωση της θέσης των Ελλήνων στη γερμανική κοινωνία και ίσως συνετέλεσε» στη διαμόρφωση του σύγχρονου προφίλ του Έλληνα της Γερμανίας.
(Φωτ. 1)Ντούισμπουργκ, 1962: μάθημα οδικής συμπεριφοράς σε Έλληνες εργάτες
(Φωτ. 2)Ελληνικό μπακάλικο κοντά στο σταθμό της Φραγκφούρτης
dw-world.de
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου