Ομιλία στη Βουλή του Χρήστου Κατσούρα για το νομοσχέδιο «Καλλικράτης»
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η σημερινή συζήτηση γίνεται σε μια ημέρα θλίψης αλλά και λύτρωσης, αφού ένα απόστημα φαίνεται να σπάει στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής για τη SIEMENS.
Γίνεται όμως και σε μια περίοδο μεταβατική, όπου οι οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες ενός συγκεκριμένου τρόπου διαχείρισης και εξουσίας για πολλά χρόνια είναι τραγικές, σε μια περίοδο που ο πολίτης νιώθει ανήμπορος, απογοητευμένος και έτοιμος να εκφράσει την οργή του οπουδήποτε, με κάθε τρόπο και προς οποιονδήποτε, μια περίοδο που τη χαρακτηρίζει η αγωνία για το αύριο και την κοινωνική συνοχή, μια περίοδο που συχνά, ελέω και ελλείμματος πολιτικής, το θέαμα σκεπάζει την ουσία.
Σε τέτοιες καταστάσεις ο τόπος έχει ανάγκη από μια νέα κοινωνική συμφωνία μεταξύ των πολιτών και των αντιπροσώπων τους, από ένα νέο όραμα για τον τόπο, γιατί αυτός ο τόπος και αυτός ο λαός έρχεται από πολύ μακριά και παρά τις δυσκολίες θα πάει πολύ μακριά.
Για να υπογραφεί όμως μια τέτοια συμφωνία και να ισχυροποιήσει τις ελπίδες όσων πιστεύουν ότι οι θυσίες δεν θα πάνε χαμένες, απαιτείται να συνοδεύεται από προσπάθεια ανάκτησης της αξιοπιστίας της ίδιας της πολιτικής και των πολιτικών. Το πρώτο βήμα για την ανάκτηση αυτής της αξιοπιστίας είναι η συμφιλίωση με το παρελθόν μας και η ομολογία αποτυχίας και ενοχής για την κατάσταση στη χώρα σήμερα.
Ιστορικά κεντρικό σημείο αυτής της αποτυχίας αποτέλεσαν οι προσπάθειες των κυβερνητικών σχημάτων μετά τη Μεταπολίτευση για την αποκέντρωση του κράτους. Στη δεκαετία του ’80 χάσαμε την πρώτη ευκαιρία. Αντί για μια μεταρρυθμιστική προσπάθεια αποκέντρωσης ψηφίζαμε νόμους κατάρτισης νομαρχιακών συμβουλίων και περιφέρειας, προεκτάσεις του κεντρικού κράτους.
Στη δεκαετία του ’90 χάσαμε μια δεύτερη ευκαιρία. Ψηφίζαμε την άμεση εκλογή των νομαρχιακών συμβούλων και του νομάρχη, με περιορισμένες όμως αρμοδιότητες και την ενοποίηση πολλών κοινοτήτων και δήμων, αλλά έλειπε πάλι μια ολοκληρωμένη στρατηγική μεταρρύθμισης και περιφερειοποίησης του κράτους.
Με τις ατελείς αυτές κυβερνητικές προσπάθειες, αλλά και την άρνηση συμμετοχής κάθε φορά από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας σε οποιαδήποτε προσπάθεια θεσμικών αλλαγών προς μια περιφερειακή κατεύθυνση, είναι εύκολο να εξηγήσουμε πώς φτάσαμε ως εδώ.
Δεκαετίες αργότερα τα ίδια δομικά προβλήματα παραμένουν, αποτέλεσμα της έλλειψης εργαλείων επίλυσης των σύγχρονων προβλημάτων, άνιση κατανομή των πόρων, κράτος-πρωτεύουσα, άγριες μορφές αστικοποίησης, αντίγραφα των Αθηνών σε κάθε περιφέρεια αλλά και σε κάθε νομό, ερήμωση της υπαίθρου, αδύναμες περιφέρειες, ανίκανες να σχεδιάσουν το μέλλον τους, αλλά και να βρουν τον όποιο προσανατολισμό τους.
Σήμερα δεν χρειάζεται να πείσουμε για την ανάγκη για μια νέα αρχιτεκτονική για την αυτοδιοίκηση και τη διοίκηση. Είναι αίτημα της κοινωνίας της ίδιας. Αυτό που δεν απέκτησαν κάποιοι σε μια πορεία εκσυγχρονισμού τόσων χρόνων, το απαιτεί σήμερα ο δημότης.
Και απαιτεί να μεταφέρουν πράγματι στις περιφέρειες αρμοδιότητες για έναν περιφερειακό αναπτυξιακό σχεδιασμό. Απαιτεί να αποκτήσουν οι δήμοι τη δυνατότητα να επιλύουν τοπικά θέματα, το αυτονόητο δηλαδή. Απαιτεί νέους θεσμούς, επιτροπές διαβούλευσης, τοπικές και δημοτικές κοινότητες σαν ένα κύτταρο των νέων ισχυρών δήμων, περιορισμό της σπατάλης, πρόγραμμα εξυγίανσης δήμων, δαπάνες που να υπόκεινται σε προληπτικό έλεγχο, δημοτικά και ηλεκτρονικά ΚΕΠ πλάι στα σημερινά ΚΕΠ, υπηρεσίες υπεύθυνες για την παροχή διοικητικής βοήθειας σε άτομα που έχουν αντικειμενική δυσκολία προσπέλασης στους δήμους ή στα ΚΕΠ, την κάρτα του δημότη, την ανάρτηση κάθε απόφασης στο διαδίκτυο.
Στη σημερινή αυτή μεταρρυθμιστική προσπάθεια, κεντρικό σημείο κατέχουν οι έννοιες του δήμου και της περιφέρειας. Με τον πρώτο όρο γίνεται μία προσπάθεια αποκατάστασης της πολιτικής έννοιας του δήμου ή της πόλης, ιδιαίτερα στην εκτός Αττικής Ελλάδα. Είναι πόλεις ή δήμοι που περιλαμβάνουν και το άστυ αλλά και τον αγροτικό χώρο, με τη μεγαλύτερη δυνατή πολιτική αυτονομία τους, με το κατάλληλο μέγεθος.
Ακούω διάφορα για το μέγεθος και για τα κριτήρια των νέων δήμων. Υπενθυμίζω ότι το κριτήριο του μεγέθους είναι και ήταν πάντα στην ιστορία σημαντικό για τη λειτουργία του δήμου. Στα «Πολιτικά» του Αριστοτέλη αναφέρεται, προφανώς, ότι ένας δήμος δεν μπορεί να είναι πολύ μικρός, γιατί τότε δε γίνεται να είναι δήμος, αλλά ούτε πολύ μεγάλος, γιατί τότε είναι Βαβυλωνία.
Αλλά νομίζω ότι η καλύτερη απάντηση υπάρχει στην «Πολιτεία» του Πλάτωνα. Στην ερώτηση του Αδείμαντου «Ποιο είναι το μέτρο», προκειμένου να καθορίζεται το μέγεθος που πρέπει να έχει η πόλη και τα όριά της, η απάντηση του Σωκράτη είναι «Να μεγαλώνει ίσα με εκεί που μπορεί να μεγαλώνει, χωρίς να χάνει την ενότητά της, παραπέρα, όμως, όχι».
Αυτήν την έννοια του μεγέθους, που δεν μπορεί να είναι παντού το ίδιο και της ενότητας, υπηρετεί το παρόν σχέδιο νόμου και στο νομό μου. Είναι ειδικά θέματα που θα τα αναλύσουμε στη συζήτηση επί των άρθρων.
Με το δεύτερο όρο της περιφέρειας και της αναβάθμισης του ρόλου της, αναγνωρίζεται ότι οι δυνάμεις αντίστασης στο παλιό, οι δυνάμεις του καινούργιου και του οραματικού, βρίσκονται, ή τουλάχιστον αναζητούνται, μακριά από την παθογένεια ενός κράτους-πρωτεύουσα, στην ελληνική περιφέρεια. Αναγνωρίζεται, επίσης, ότι χρειαζόμαστε νέα περιφερειακά κέντρα σε μία προσπάθεια πραγματικής και βιώσιμης ανάπτυξης της χώρας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η νέα αρχιτεκτονική συνιστά προεκλογική δέσμευση του ΠΑΣΟΚ και εντάσσεται στη συνολική προσπάθεια της Κυβέρνησης για τη ριζική αλλαγή του πολιτικού συστήματος και του κράτους. Οι αλλαγές που περιλαμβάνει είναι κατά τη γνώμη μου αναγκαίες για το μέλλον της πολιτικής, αλλά κυρίως για το μέλλον του τόπου.
Γίνεται όμως και σε μια περίοδο μεταβατική, όπου οι οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες ενός συγκεκριμένου τρόπου διαχείρισης και εξουσίας για πολλά χρόνια είναι τραγικές, σε μια περίοδο που ο πολίτης νιώθει ανήμπορος, απογοητευμένος και έτοιμος να εκφράσει την οργή του οπουδήποτε, με κάθε τρόπο και προς οποιονδήποτε, μια περίοδο που τη χαρακτηρίζει η αγωνία για το αύριο και την κοινωνική συνοχή, μια περίοδο που συχνά, ελέω και ελλείμματος πολιτικής, το θέαμα σκεπάζει την ουσία.
Σε τέτοιες καταστάσεις ο τόπος έχει ανάγκη από μια νέα κοινωνική συμφωνία μεταξύ των πολιτών και των αντιπροσώπων τους, από ένα νέο όραμα για τον τόπο, γιατί αυτός ο τόπος και αυτός ο λαός έρχεται από πολύ μακριά και παρά τις δυσκολίες θα πάει πολύ μακριά.
Για να υπογραφεί όμως μια τέτοια συμφωνία και να ισχυροποιήσει τις ελπίδες όσων πιστεύουν ότι οι θυσίες δεν θα πάνε χαμένες, απαιτείται να συνοδεύεται από προσπάθεια ανάκτησης της αξιοπιστίας της ίδιας της πολιτικής και των πολιτικών. Το πρώτο βήμα για την ανάκτηση αυτής της αξιοπιστίας είναι η συμφιλίωση με το παρελθόν μας και η ομολογία αποτυχίας και ενοχής για την κατάσταση στη χώρα σήμερα.
Ιστορικά κεντρικό σημείο αυτής της αποτυχίας αποτέλεσαν οι προσπάθειες των κυβερνητικών σχημάτων μετά τη Μεταπολίτευση για την αποκέντρωση του κράτους. Στη δεκαετία του ’80 χάσαμε την πρώτη ευκαιρία. Αντί για μια μεταρρυθμιστική προσπάθεια αποκέντρωσης ψηφίζαμε νόμους κατάρτισης νομαρχιακών συμβουλίων και περιφέρειας, προεκτάσεις του κεντρικού κράτους.
Στη δεκαετία του ’90 χάσαμε μια δεύτερη ευκαιρία. Ψηφίζαμε την άμεση εκλογή των νομαρχιακών συμβούλων και του νομάρχη, με περιορισμένες όμως αρμοδιότητες και την ενοποίηση πολλών κοινοτήτων και δήμων, αλλά έλειπε πάλι μια ολοκληρωμένη στρατηγική μεταρρύθμισης και περιφερειοποίησης του κράτους.
Με τις ατελείς αυτές κυβερνητικές προσπάθειες, αλλά και την άρνηση συμμετοχής κάθε φορά από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας σε οποιαδήποτε προσπάθεια θεσμικών αλλαγών προς μια περιφερειακή κατεύθυνση, είναι εύκολο να εξηγήσουμε πώς φτάσαμε ως εδώ.
Δεκαετίες αργότερα τα ίδια δομικά προβλήματα παραμένουν, αποτέλεσμα της έλλειψης εργαλείων επίλυσης των σύγχρονων προβλημάτων, άνιση κατανομή των πόρων, κράτος-πρωτεύουσα, άγριες μορφές αστικοποίησης, αντίγραφα των Αθηνών σε κάθε περιφέρεια αλλά και σε κάθε νομό, ερήμωση της υπαίθρου, αδύναμες περιφέρειες, ανίκανες να σχεδιάσουν το μέλλον τους, αλλά και να βρουν τον όποιο προσανατολισμό τους.
Σήμερα δεν χρειάζεται να πείσουμε για την ανάγκη για μια νέα αρχιτεκτονική για την αυτοδιοίκηση και τη διοίκηση. Είναι αίτημα της κοινωνίας της ίδιας. Αυτό που δεν απέκτησαν κάποιοι σε μια πορεία εκσυγχρονισμού τόσων χρόνων, το απαιτεί σήμερα ο δημότης.
Και απαιτεί να μεταφέρουν πράγματι στις περιφέρειες αρμοδιότητες για έναν περιφερειακό αναπτυξιακό σχεδιασμό. Απαιτεί να αποκτήσουν οι δήμοι τη δυνατότητα να επιλύουν τοπικά θέματα, το αυτονόητο δηλαδή. Απαιτεί νέους θεσμούς, επιτροπές διαβούλευσης, τοπικές και δημοτικές κοινότητες σαν ένα κύτταρο των νέων ισχυρών δήμων, περιορισμό της σπατάλης, πρόγραμμα εξυγίανσης δήμων, δαπάνες που να υπόκεινται σε προληπτικό έλεγχο, δημοτικά και ηλεκτρονικά ΚΕΠ πλάι στα σημερινά ΚΕΠ, υπηρεσίες υπεύθυνες για την παροχή διοικητικής βοήθειας σε άτομα που έχουν αντικειμενική δυσκολία προσπέλασης στους δήμους ή στα ΚΕΠ, την κάρτα του δημότη, την ανάρτηση κάθε απόφασης στο διαδίκτυο.
Στη σημερινή αυτή μεταρρυθμιστική προσπάθεια, κεντρικό σημείο κατέχουν οι έννοιες του δήμου και της περιφέρειας. Με τον πρώτο όρο γίνεται μία προσπάθεια αποκατάστασης της πολιτικής έννοιας του δήμου ή της πόλης, ιδιαίτερα στην εκτός Αττικής Ελλάδα. Είναι πόλεις ή δήμοι που περιλαμβάνουν και το άστυ αλλά και τον αγροτικό χώρο, με τη μεγαλύτερη δυνατή πολιτική αυτονομία τους, με το κατάλληλο μέγεθος.
Ακούω διάφορα για το μέγεθος και για τα κριτήρια των νέων δήμων. Υπενθυμίζω ότι το κριτήριο του μεγέθους είναι και ήταν πάντα στην ιστορία σημαντικό για τη λειτουργία του δήμου. Στα «Πολιτικά» του Αριστοτέλη αναφέρεται, προφανώς, ότι ένας δήμος δεν μπορεί να είναι πολύ μικρός, γιατί τότε δε γίνεται να είναι δήμος, αλλά ούτε πολύ μεγάλος, γιατί τότε είναι Βαβυλωνία.
Αλλά νομίζω ότι η καλύτερη απάντηση υπάρχει στην «Πολιτεία» του Πλάτωνα. Στην ερώτηση του Αδείμαντου «Ποιο είναι το μέτρο», προκειμένου να καθορίζεται το μέγεθος που πρέπει να έχει η πόλη και τα όριά της, η απάντηση του Σωκράτη είναι «Να μεγαλώνει ίσα με εκεί που μπορεί να μεγαλώνει, χωρίς να χάνει την ενότητά της, παραπέρα, όμως, όχι».
Αυτήν την έννοια του μεγέθους, που δεν μπορεί να είναι παντού το ίδιο και της ενότητας, υπηρετεί το παρόν σχέδιο νόμου και στο νομό μου. Είναι ειδικά θέματα που θα τα αναλύσουμε στη συζήτηση επί των άρθρων.
Με το δεύτερο όρο της περιφέρειας και της αναβάθμισης του ρόλου της, αναγνωρίζεται ότι οι δυνάμεις αντίστασης στο παλιό, οι δυνάμεις του καινούργιου και του οραματικού, βρίσκονται, ή τουλάχιστον αναζητούνται, μακριά από την παθογένεια ενός κράτους-πρωτεύουσα, στην ελληνική περιφέρεια. Αναγνωρίζεται, επίσης, ότι χρειαζόμαστε νέα περιφερειακά κέντρα σε μία προσπάθεια πραγματικής και βιώσιμης ανάπτυξης της χώρας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η νέα αρχιτεκτονική συνιστά προεκλογική δέσμευση του ΠΑΣΟΚ και εντάσσεται στη συνολική προσπάθεια της Κυβέρνησης για τη ριζική αλλαγή του πολιτικού συστήματος και του κράτους. Οι αλλαγές που περιλαμβάνει είναι κατά τη γνώμη μου αναγκαίες για το μέλλον της πολιτικής, αλλά κυρίως για το μέλλον του τόπου.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου