Σύγχρονοι αγρότες και κτηνοτρόφοι
Γράφει ο ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΠΕΖΑΣ
πρώην υφυπουργός Οικονομικών
ΑΠΟ ΚΑΘΑΡΑ οικονομική άποψη, τα διαρθρωτικά προβλήματα του αγροτικού τομέα στη χώρα μας εξακολουθούν, δυστυχώς, να είναι τόσο επίκαιρα όσο και πριν από μερικές δεκαετίες Μικροί και κατακερματισμένοι κλήροι, χαμηλό ποσοστό αρδευόμενων εκτάσεων, γήρανση του αγροτικού πληθυσμού και χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσής του, χαμηλή παραγωγικότητα, ελλείψεις στη γεωργική έρευνα και τεχνολογία, επενδυτική στασιμότητα, αδυναμία σύνδεσης παραγωγής-τυποποίησης-εμπορίας αγροτικών προϊόντων και ανεπάρκεια των γεωργικών συνεταιρισμών να αντεπεξέλθουν στον ρόλο τους. Όλα αυτά οδηγούν σε σοβαρό έλλειμμα ανταγωνιστικότητας. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων εμφανίζεται αρνητικό κατά 2,4 δις ευρώ (στοιχεία 2009), με τάση αύξησης από το 2000 και έπειτα, καθώς οι εισαγωγές αυξάνονται περισσότερο από τις εξαγωγές. Εξάγουμε περισσότερα φρούτα, λαχανικά, λίπη και έλαια απ’ ότι εισάγουμε, υστερούμε όμως σημαντικά στην παραγωγή κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων. Η αξία των εισαγωγών κρέατος και γάλακτος είναι 1,93 δις ευρώ και αντιπροσωπεύει το 72,5% της αξίας της ζωικής παραγωγής της χώρας. Αυτό σημαίνει ότι αν κάθε Έλληνας αντικαθιστούσε δαπάνη 200 ευρώ το χρόνο για εγχώρια κτηνοτροφικά προϊόντα έναντι των εισαγομένων, θα δημιουργούσε ένα κεφάλαιο 2 δις ευρώ, το οποίο θα διοχετευόταν για την τόνωση της ανάπτυξης στις αγροτικές περιοχές.
ΠΑΡ’ ΟΛΑ ΑΥΤΑ και τον υψηλό βαθμό εξάρτησης από αγροτικά προϊόντα τρίτων χωρών, η πατρίδα μας διαθέτει έναν σημαντικό και με ισχυρά συγκριτικά πλεονεκτήματα αγροτικό τομέα. Ο αγροτικός τομέας κρύβει μια δυναμική που πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα. Οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων παραμένουν σχεδόν αμετάβλητες σε αξία τα τελευταία πέντε χρόνια, παρά την οικονομική κρίση. Το γεγονός ότι στάθηκε λιγότερο ευάλωτος έναντι άλλων τομέων της οικονομίας αποκαλύπτει πως υπάρχουν προοπτικές που δημιουργούν αισιοδοξία,. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, 1,5 εκατομμύριο άνθρωποι στη χώρα μας σκέπτονται να εγκαταλείψουν τις μεγάλες πόλεις και να επιστρέψουν στο τόπο καταγωγής τους, με τους μισούς από αυτούς να επιλέγουν ως πρώτη απασχόληση τον αγροτικό τομέα.
Η ΑΝΑΚΑΜΨΗ και η επανεκκίνηση της οικονομίας μας μπορούν και πρέπει να στηριχθούν σε μεγάλο βαθμό στον πρωτογενή τομέα. Βασικοί στόχοι θα πρέπει να είναι η αύξηση της παραγωγής και της ανταγωνιστικότητάς του και η αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ φυτικής και ζωικής παραγωγής. Ο Έλληνας αγρότης και κτηνοτρόφος μπορούν να γίνουν σύγχρονοι επιχειρηματίες. Ιδιαίτερα σ’ αυτή τη δύσκολη περίοδο, η γεωργία, η κτηνοτροφία, η αλιεία και η δασοκομία, είναι μέρη της λύσης του προβλήματος και όχι αιτίες της κρίσης…
(Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα REALnews, την Κυριακή 1.4.2012)
πρώην υφυπουργός Οικονομικών
ΑΠΟ ΚΑΘΑΡΑ οικονομική άποψη, τα διαρθρωτικά προβλήματα του αγροτικού τομέα στη χώρα μας εξακολουθούν, δυστυχώς, να είναι τόσο επίκαιρα όσο και πριν από μερικές δεκαετίες Μικροί και κατακερματισμένοι κλήροι, χαμηλό ποσοστό αρδευόμενων εκτάσεων, γήρανση του αγροτικού πληθυσμού και χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσής του, χαμηλή παραγωγικότητα, ελλείψεις στη γεωργική έρευνα και τεχνολογία, επενδυτική στασιμότητα, αδυναμία σύνδεσης παραγωγής-τυποποίησης-εμπορίας αγροτικών προϊόντων και ανεπάρκεια των γεωργικών συνεταιρισμών να αντεπεξέλθουν στον ρόλο τους. Όλα αυτά οδηγούν σε σοβαρό έλλειμμα ανταγωνιστικότητας. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων εμφανίζεται αρνητικό κατά 2,4 δις ευρώ (στοιχεία 2009), με τάση αύξησης από το 2000 και έπειτα, καθώς οι εισαγωγές αυξάνονται περισσότερο από τις εξαγωγές. Εξάγουμε περισσότερα φρούτα, λαχανικά, λίπη και έλαια απ’ ότι εισάγουμε, υστερούμε όμως σημαντικά στην παραγωγή κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων. Η αξία των εισαγωγών κρέατος και γάλακτος είναι 1,93 δις ευρώ και αντιπροσωπεύει το 72,5% της αξίας της ζωικής παραγωγής της χώρας. Αυτό σημαίνει ότι αν κάθε Έλληνας αντικαθιστούσε δαπάνη 200 ευρώ το χρόνο για εγχώρια κτηνοτροφικά προϊόντα έναντι των εισαγομένων, θα δημιουργούσε ένα κεφάλαιο 2 δις ευρώ, το οποίο θα διοχετευόταν για την τόνωση της ανάπτυξης στις αγροτικές περιοχές.
ΠΑΡ’ ΟΛΑ ΑΥΤΑ και τον υψηλό βαθμό εξάρτησης από αγροτικά προϊόντα τρίτων χωρών, η πατρίδα μας διαθέτει έναν σημαντικό και με ισχυρά συγκριτικά πλεονεκτήματα αγροτικό τομέα. Ο αγροτικός τομέας κρύβει μια δυναμική που πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα. Οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων παραμένουν σχεδόν αμετάβλητες σε αξία τα τελευταία πέντε χρόνια, παρά την οικονομική κρίση. Το γεγονός ότι στάθηκε λιγότερο ευάλωτος έναντι άλλων τομέων της οικονομίας αποκαλύπτει πως υπάρχουν προοπτικές που δημιουργούν αισιοδοξία,. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, 1,5 εκατομμύριο άνθρωποι στη χώρα μας σκέπτονται να εγκαταλείψουν τις μεγάλες πόλεις και να επιστρέψουν στο τόπο καταγωγής τους, με τους μισούς από αυτούς να επιλέγουν ως πρώτη απασχόληση τον αγροτικό τομέα.
Η ΑΝΑΚΑΜΨΗ και η επανεκκίνηση της οικονομίας μας μπορούν και πρέπει να στηριχθούν σε μεγάλο βαθμό στον πρωτογενή τομέα. Βασικοί στόχοι θα πρέπει να είναι η αύξηση της παραγωγής και της ανταγωνιστικότητάς του και η αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ φυτικής και ζωικής παραγωγής. Ο Έλληνας αγρότης και κτηνοτρόφος μπορούν να γίνουν σύγχρονοι επιχειρηματίες. Ιδιαίτερα σ’ αυτή τη δύσκολη περίοδο, η γεωργία, η κτηνοτροφία, η αλιεία και η δασοκομία, είναι μέρη της λύσης του προβλήματος και όχι αιτίες της κρίσης…
(Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα REALnews, την Κυριακή 1.4.2012)
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου