70 χρόνια από τη ναζιστική επίθεση στη Σοβιετική Ένωση

Από το 1933, κρυφά προετοιμαζόταν η επίθεση της ναζιστικής Γερμανίας εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης. Το σύνθημα δόθηκε τελικά στις 22 Ιουνίου 1941. Ήταν ένας από τους πιο σκληρούς πολέμους της νεότερης ιστορίας.
«Η Ανώτατη Διοίκηση της Βέρμαχτ ανακοινώνει: για να αποκρουστεί ο μεγάλος εξ΄Ανατολών κίνδυνος, στις 22 Ιουνίου και ώρα 3 το πρωί η γερμανική Βέρμαχτ ξεκίνησε την πορεία της προς την καρδιά των εχθρικών δυνάμεων. Από τα ξημερώματα οι στρατιωτικές μας δυνάμεις εφορμούν στους εχθρούς».

Με αυτό το ψέμα άρχισε η γερμανική εισβολή. Δεν ήταν προληπτικό στρατιωτικό χτύπημα του γερμανικού στρατού, ήταν μία επιθετική ενέργεια που αντίκειται στο διεθνές δίκαιο, με στόχο ανθρώπους και χώρες που ήταν εντελώς απροετοίμαστες να την αντιμετωπίσουν. Ήταν η απαρχή ενός καταστροφικού πολέμου, μίας κτηνώδους κατοχής, μίας γενοκτονίας.

Θεωρητικά το γερμανοσοβιετικό σύμφωνο μη επίθεσης που είχε υπογραφεί το 1939 βρισκόταν ακόμη εν ισχύ. Παρ΄όλ΄αυτά τρία εκατομμύρια στρατιώτες εισέβαλαν στη Σοβιετική Ένωση, εξοπλισμένοι με ό,τι πιο σύγχρονο διέθετε η πολεμική μηχανή του ναζιστικού καθεστώτος.

Ο μύθος της αυτοάμυνας

Για πολλά χρόνια ο μύθος έλεγε ότι η ο Χίτλερ απλώς πρόλαβε τον Στάλιν και εισέβαλε εκείνος στη Σοβιετική Ένωση πριν γίνει το αντίθετο. Όμως δεν υπάρχει καμία επιστημονική απόδειξη για κάτι τέτοιο, επισημαίνει ο Γερμανός ιστορικός Βόλφραμ Βέττε.

«Ο στόχος ήταν στην πραγματικότητα να κατακτηθεί η Σοβιετική Ένωση, να ταπεινωθεί ο πληθυσμός της, να γίνει η χώρα αποικία και να δημιουργηθεί ένα γερμανικό Ράϊχ από τον Ατλαντικό ως τα Ουράλια, οικονομικά αυτάρκες και ανεξάρτητο».

Η γενοκτονία των Εβραίων της ανατολικής Ευρώπης, οι μαζικές εκτελέσεις αιχμαλώτων και αμάχων θεωρούνται δεδομένες από την αρχή. Η στρατιωτική ελίτ της εποχής δεν προβάλλει καμία αντίσταση σε όλα αυτά. Αλλά ο γερμανικός πληθυσμός, παρά την ασύστολη ναζιστική προπαγάνδα, αρχίζει να ανησυχεί ότι η εισβολή θα οδηγήσει τελικά στην κορύφωση του πολέμου με απρόβλεπτες συνέπειες. Στη Βρετανία ο πρωθυπουργός Ουίνστον Τσόρτσιλ εμψυχώνει τον πληθυσμό για τη μεγάλη αντεπίθεση των συμμάχων.

Στην κόλαση του ρωσικού χειμώνα

«Ο Χίτλερ είναι η ρίζα του κακού. Αχόρταγος στη μανία του για αίμα και λάφυρα. Δεν του αρκεί που πάτησε τη μπότα του σε ολόκληρη την Ευρώπη, πρέπει τώρα να βυθίσει και την αχανή Ρωσία στην ερήμωση και την καταστροφή…»

Οι χώρες της Βαλτικής, η Λευκορωσία και η Ουκρανία πέφτουν πολύ γρήγορα στα χέρια των κατακτητών. Ο Χίτλερ και οι στρατηγοί του ήλπιζαν σε ένα ακόμα «Blitzkrieg», έναν πόλεμο- αστραπή με γρήγορη προέλαση μέχρι τη Μόσχα. Αλλά λίγους μήνες μετά την εισβολή τα γερμανικά στρατεύματα ηττήθηκαν από τον ανελέητο ρωσικό χειμώνα. Ήταν η αρχή του τέλους, το πρώτο βήμα για την οριστική ήττα του 1945.

Τρία εκατομμύρια Γερμανοί στρατιώτες δεν γύρισαν ποτέ στα σπίτια τους. Η άλλη πλευρά είχε ακόμα περισσότερα θύματα, θυμίζει ο ιστορικός Βόλφραμ Βέττε:

«Η Ρωσία είχε δέκα φορές περισσότερα θύματα. Τουλάχιστον δέκα εκατομμύρια ήταν οι νεκροί του κόκκινου στρατού, τρία εκατομμύρια ήταν οι Ρώσοι αιχμάλωτοι που έχασαν τη ζωή τους στα γερμανικά στρατόπεδα και άλλα τρία εκατομμύρια οι Ρωσοεβραίοι που εξοντώθηκαν από τους ναζί. Επιπλέον έξι εκατομμύρια άμαχοι έπεσαν θύματα της καταστροφικής μανίας των εισβολέων».

Για πολλές δεκαετίες η γερμανική κοινή γνώμη προτιμούσε να ασχοληθεί με τα δικά της μεταπολεμικά δεινά, αγνοώντας την καταστροφή που προκάλεσε ο γερμανικός στρατός στην ανατολική Ευρώπη. Επικρατούσε ο μύθος της «καθαρής Βέρμαχτ» που δεν εμπλέκεται σε θηριωδίες, έχοντας αφήσει τον ρόλο αυτόν στα Ες Ες ή άλλες παρεμφερείς οργανώσεις. Συναίσθηση ευθύνης για τα θύματα δεν υπήρξε. Κι όμως, ιστορικοί με κριτική διάθεση ανέλαβαν να αποκαταστήσουν την αλήθεια και να καταπολεμήσουν την προκατάληψη. Και σήμερα τα αποτελέσματα είναι ιδιαίτερα θετικά, εκτιμά ο ιστορικός Βέρνερ Βέττε.

«Η Γερμανία και η Ρωσία διατηρούν σήμερα ιδιαίτερα φιλικές σχέσεις. Κανείς δεν βλέπει τον άλλο ως εχθρό, κανείς δεν αισθάνεται μίσος. Και αυτό είναι ευχής έργον, αλλά και ανέλπιστη τύχη για τους Γερμανούς…»

http://www.dw-world.de/dw/article/0,,15170502,00.html

Δεν υπάρχουν σχόλια: