Απάντηση του Αντώνη Μπέζα στο άρθρο του Γ. Κρανά

Επειδή από το άρθρο του φορολογικού συμβούλου κ. Γ. Κρανά με τίτλο «Αφορολόγητο το μαύρο χρήμα;» δημιουργούνται εσφαλμένες εντυπώσεις σχετικά με υποτιθέμενη εγκύκλιό μου, την περίοδο που ήμουν υφυπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, θα ήθελα να αποκαταστήσω την αλήθεια γιατί ο συντάκτης καταλήγει σε λανθασμένα συμπεράσματα λόγω ελλιπούς ενημέρωσης ή λόγω της παραπληροφόρησης της σημερινής πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Οικονομικών.

Η διοικητική απάντηση-γνωμάτευση του Ειδικού Γραφείου Νομικού Συμβούλου Φορολογίας, και όχι εγκύκλιος, την οποία έκανα αποδεκτή στις 25.1.2006, αφορούσε αποκλειστικά και μόνο στη μεταχείριση ποσών που προκύπτουν κατά τον έλεγχο περιουσιακής κατάστασης επίορκων δημοσίων υπαλλήλων και δεν καλύπτονται από εμφανείς πηγές-πόρους (μισθός, δωρεές, δάνεια, κέρδη από λαχεία κλπ). Σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε να εφαρμοστεί σε ελέγχους φυσικών και νομικών προσώπων για υποθέσεις φοροδιαφυγής και να χρησιμοποιηθεί για απαλλαγές φορολογικών υποχρεώσεων.

Αυτό επομένως που αναφέρεται στο συγκεκριμένο άρθρο, ότι η ύπαρξη της φερόμενης ως εγκυκλίου μου, δεν επέτρεπε να αξιοποιούνται, δηλαδή να φορολογούνται, «τα πολύ σημαντικά ευρήματα των ελέγχων σε τραπεζικούς λογαριασμούς πολιτικών προσώπων, επωνύμων ελευθέρων επαγγελματιών, επιχειρηματιών και λοιπών φορολογούμενων», δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα.

Τα ποσά αυτά, στα φυσικά πρόσωπα (επιτηδευματίες, ελεύθεροι επαγγελματίες κλπ) και στα νομικά πρόσωπα (εταιρείες κλπ), και πριν, και μετά την ανάκληση της συγκεκριμένης γνωμάτευσης -και όχι εγκυκλίου- μπορούν να φορολογηθούν με βάση τις γενικές διατάξεις (με τα σχετικά πρόστιμα και τις προσαυξήσεις) ως αποκρυβέντα εισοδήματα και δεν υπάρχει, ούτε υπήρχε, κανένα νομοθετικό κενό.

Ποιό ήταν λοιπόν το περιεχόμενο της συγκεκριμένης γνωμάτευσης, που επαναλαμβάνω αφορά αποκλειστικά επίορκους δημόσιους υπαλλήλους; Το άρθρο 78 παρ.4 του Συντάγματος (αρχή της νομιμότητας του φόρου) προβλέπει ότι κανένας φόρος δεν επιβάλλεται, ούτε εισπράττεται, χωρίς τυπικό νόμο που να καθορίζει το υποκείμενο της φορολογίας, το εισόδημα και το είδος της περιουσίας στην οποία αναφέρεται ο φόρος. Δεν μπορεί επομένως να επιβληθεί φόρος σε ποσά παρανόμως αποκτηθέντα κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας τους από δημοσίους υπαλλήλους (χρηματισμός, δωροδοκία κλπ), τα οποία δεν έχουν τα εννοιολογικά χαρακτηριστικά του εισοδήματος σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (περιοδικότητα, αντάλλαγμα προσωπικής εργασίας, εκμεταλλεύσιμη πηγή κλπ). Για τα ποσά αυτά απαιτείται αυστηρότερη μεταχείριση που προβλέπεται από την υφιστάμενη νομοθεσία, δηλαδή ο καταλογισμός στο σύνολό τους από το Ελεγκτικό Συνέδριο στο πρόσωπο που τα προσπορίστηκε, η συνολική δήμευσή τους κλπ.

Νομοθετικό κενό ή καλύτερα νομοθετική σύγχυση, σχετικά με τη μεταχείριση των ποσών που δεν δικαιολογούνται από εμφανείς πηγές και βρίσκονται κατά τον έλεγχο «πόθεν έσχες» σε δημόσιους υπαλλήλους, υπάρχει μετά την ανάκληση από το Υπουργείο Οικονομικών της συγκεκριμένης γνωμάτευσης και πρέπει να καλυφθεί.

Το ισχυρίζομαι αυτό, γιατί εάν η σημερινή πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Οικονομικών, θεωρεί ότι τα ποσά που αποκτώνται παράνομα από δημόσιους υπαλλήλους αποτελούν εισόδημα και επομένως πρέπει να φορολογηθούν, τότε θα πρέπει να επιστρέψει πίσω σε όλους τους επίορκους που έχουν αποκαλυφθεί μετά από ελέγχους, τα καταλογισθέντα κάθε φορά από το Ελεγκτικό Συνέδριο, αφού παρακρατήσει… ΜΟΝΟ τους αναλογούντας φόρους και τους «νομιμοποιήσει» έτσι τα υπόλοιπα. Η Ελλάς όχι, αλλά οι επίορκοι να είναι απολύτως βέβαιη ότι… θα την ευγνωμονούν!!

Αυτά για την αποκατάσταση της αλήθειας, που στο βωμό των πολιτικών σκοπιμοτήτων διαστρεβλώνεται, και δυστυχώς παρασύρει και καλοπροαίρετους, όπως πιστεύω ότι είναι ο κ. Κρανάς.

Ηγουμενίτσα, 13. 3. 2011

Αντώνης Μπέζας
πρ. Υφυπουργός Οικονομίας και Οικονομικών

Δεν υπάρχουν σχόλια: