Πέρασαν 70 χρόνια, αλλά ακόμα και σήμερα η απελευθέρωση του Παρισίου από τους ναζιστές, στις 25 Αυγούστου του 1944, φέρνει στη μνήμη δυνατές εικόνες: άνδρες και γυναίκες να πυροβολούν γερμανικά τανκς πίσω από οδοφράγματα, κορίτσια να αγκαλιάζουν και να φιλάνε Γάλλους και Αμερικανούς στρατιώτες, τον στρατηγό ντε Γκολ να διακηρύσσει, όχι χωρίς θράσος, ότι το Παρίσι «απελευθερώθηκε μόνο του». Πώς θα μπορούσαν να μην γιορτάζουν οι Παριζιάνοι; Μετά από 50 μήνες γερμανικής κατοχής, ο πόλεμος για αυτούς είχε τελειώσει.
Αλλά από το επόμενο πρωί, η ιδέα ότι η Γαλλία ήταν τώρα ευτυχώς ενωμένη φάνηκε απατηλή. Ακριβώς όπως το 1940, όταν οι Εβραίοι, οι κομμουνιστές και οι ελευθεροτέκτονες έγιναν αποδιοπομπαίοι τράγοι για μια ταπεινωτική ήττα, το κυνήγι ξεκίνησε για όσους είχαν υποστηρίξει τον ναζιστή εχθρό και το καθεστώς του Βισύ που συνεργάστηκε με τους Γερμανούς. Η βία, ο φόβος και η δυστυχία της κατοχής είχαν ξυπνήσει μια έντονη δίψα για εκδίκηση.
Τα αντίποινα άρχισαν προτού ακόμα απελευθερωθεί το Παρίσι, με ομάδες αντίστασης να εκτελούν με συνοπτικές διαδικασίες μέλη της φασιστικής πολιτοφυλακής, μαυραγορίτες και πληροφοριοδότες σε όλη τη Γαλλία.
Μια πιο ομαλή εκκαθάριση ακολούθησε στη συνέχεια, όταν πολλοί κορυφαίοι δωσίλογοι παραπέμφθηκαν τελικά σε δίκη. Ο στρατάρχης Φιλίπ Πεταίν, ο γηραιός επικεφαλής του καθεστώτος του Βισύ, φυλακίστηκε σε ισόβια, και ο πρωθυπουργός του Πιέρ Λαβάλ ήταν μεταξύ των 791 που καταδικάστηκαν ως προδότες και εκτελέστηκαν.
Η εθνική αφήγηση του στρατηγού ντε Γκολ
Αλλά η τιμωρία των collabos (σσ: των συνεργατών των ναζιστών) δεν ήταν η κορυφαία προτεραιότητα του ντε Γκωλ. Εχοντας προσωποποιήσει την γαλλική τιμή στην εξορία, ήταν πεπεισμένος ότι η Γαλλία θα έπρεπε να τερματίσει τον πόλεμο ως ένας νικηφόρος σύμμαχος - ακόμη και αν αυτό σήμαινε την διαστρέβλωση της Ιστορίας.
Ετσι, με τον ισχυρισμό ότι λίγοι Γάλλοι ήταν συμπαθούντες των ναζιστών και οι περισσότεροι ήταν ενεργοί ή σιωπηλοί αντιστασιακοί πέρασε με επιτυχία την εθνική αφήγηση ότι «η Γαλλία δεν σταμάτησε ποτέ να αγωνίζεται κατά του Χίτλερ» και ότι άξιζε μια θέση μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Βρετανία και την Σοβιετική Ενωση.
Αλλά σε έναν χώρο υψηλού προφίλ, στα μέσα ενημέρωσης, στον πολιτισμό και την ψυχαγωγία, ο μύθος της la France resistante (σσ: της αντιστεκόμενης Γαλλίας) ήταν πιο δύσκολο να διατηρηθεί, επειδή τόσο πολλοί γνωστοί συγγραφείς, καλλιτέχνες και τραγουδιστές είχαν εργαστεί σύμφωνα με τους γερμανικούς κανόνες σε πλήρη θέα του κοινού.
Αυτό πάντως που ο κάθε Παριζιάνος γνώριζε - και συνήθως χειροκρότησε - ήταν ότι μέσα σε λίγους μήνες από την πτώση της Γαλλίας, η πολιτιστική ζωή της πόλης έσφυζε και πάλι από ζωή (έστω και αν οι εβραίοι καλλιτέχνες πρώτα αποκλείστηκαν και αργότερα διώχθηκαν).
Στην λαμπερή λίστα των συγγραφέων που δημοσίευσαν βιβλία ή άρθρα περιλαμβάνονται τέσσερις μετέπειτα Νομπελίστες - ο Αντρέ Ζιντ, ο Φρανσουά Μοριάκ, ο Αλμπέρ Καμύ και ο Ζαν Πωλ Σαρτρ. Χωρίς να παραβλέπουμε τον Σασά Γκιτρί, τον Ζαν Ζιρωντού, τον Ζαν Κοκτώ, τον Πωλ Κλωντέλ, και τον Ζαν Ανούιγ. Δημοφιλείς τραγουδιστές όπως ο Μωρίς Σεβαλιέ, ο Σαρλ Τρενέ και η Εντίτ Πιάφ είχαν πολλούς Γερμανούς οπαδούς στο κοινό τους.
Αδιέξοδες «Επιτροπές Εκκαθάρισης» για τους δοσίλογους
Μετά την απελευθέρωση, ομάδες αντιστασιακών συγγραφέων, μουσικών, κινηματογραφιστών και καλλιτεχνών οργάνωσαν τις δικές τους «Επιτροπές Εκκαθάρισης». Αλλά όταν ήρθε η ώρα της κρίσεως, πέρα από τις περιπτώσεις κατάφωρης ναζιστικής προπαγάνδας, αποδείχθηκε δύσκολο να προσδιοριστεί η συνεργασία με τους Γερμανούς. 'Ηταν άραγε το ίδιο να κοιμάσαι με τον εχθρό ή να τραγουδάς μπροστά σε Γερμανούς στρατιώτες, με το να δημοσιεύεις ένα βιβλίο ή να γυρίζεις μια ταινία;
Σύντομα έγινε φανερό ότι τα πικρά επιχειρήματα για την ενοχή του παρελθόντος είχαν να κάνουν περισσότερο με την διαμόρφωση του μέλλοντος. Και εδώ οι κομμουνιστές πήραν την πρωτοβουλία των κινήσεων. Το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα είχε κυριαρχήσει στην αντίσταση και στον κόσμο του πολιτισμού. Μετά την απελευθέρωση πήρε και πάλι τις εντολές του από την Μόσχα, η οποία με τη σειρά της αναγνώρισε τη σημασία των συγγραφέων και των καλλιτεχνών, ανάμεσά τους και του Πικάσο, ο οποίος προσχώρησε στο κόμμα στα τέλη του 1944. Η εξίσωση Αντιστασιακός = Κομμουνιστής δεν άργησε να γίνει δόγμα.
Σήμερα, η γαλλική Αριστερά ασθμαίνει, και τόσο η κομμουνιστική όσο και η γκωλλική άποψη για την κατοχή έχουν αντικατασταθεί από μια αφήγηση πιο λεπτών αποχρώσεων, που δείχνει ότι η μεγάλη πλειονότητα των Γάλλων απλώς προσπαθούσαν να επιβιώσουν.
Alan Riding
* Ο κ.Alan Riding είναι Βρετανός δημοσιογράφος και συγγραφέας, ειδικός ανταποκριτής της αμερικανικής εφημερίδας New York Times για θέματα Ευρωπαΐκού Πολιτισμού με έδρα το Παρίσι. Στο τελευταίο βιβλίο του («And The Show Went On: Cultural Life in Nazi-Occupied Paris») ασχολείται με την πολιτιστική ζωή στην κατεχόμενη γαλλική πρωτεύουσα κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου