Ο αστάθμητος παράγων μιας βιντεοσκόπησης

Του Γρηγόρη Τζιοβάρα

Ό,τι δεν κατάφερε να κάνει ένα πολυνομοσχέδιο – τέρας που αλλάζει, λιγότερο ή περισσότερο, τις ζωές όλων μας, ό,τι δεν πέτυχαν δύο απανωτές προσφυγές της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην πιο ακραία κοινοβουλευτική αντίδραση που συνιστούσαν οι προτάσεις μομφής κατά του υπουργού Οικονομικών κ. Γιάννη Στουρνάρα και του προέδρου της Βουλής κ. Ευάγγελου Μεϊμαράκη, έφτασε να το προκαλέσει η δημοσιοποίηση μιας βιντεοσκοπημένης συνομιλίας.

Το προβάδισμα στις δημοσκοπήσεις που έπειτα από πολύ καιρό είχε αποσπάσει η Νέα Δημοκρατία ανατράπηκε και ο ΣΥΡΙΖΑ πέρασε και πάλι μπροστά μετά το σάλο που δικαιολογημένα προκλήθηκε από την αποκάλυψη για τις ανάρμοστες σχέσεις ενός κυβερνητικού αξιωματούχου, όπως ήταν ο απελθών γενικός γραμματέας κ. Παναγιώτης Μπαλτάκος με τα μέλη μιας εγκληματικής οργάνωσης, όπως είναι με τη δικαστική βούλα οι χρυσαυγίτες και επιβεβαίωσαν με τις μεθόδους που χρησιμοποιούν για να εκβιάσουν το ευάλωτο πολιτικό σύστημα και τη Δικαιοσύνη.

Ο αστάθμητος παράγων στην Ιστορία, ακόμη και για όσους δεν έχουν διαβάσει το ομώνυμο βιβλίο του τιμημένου δημοσιογράφου Έρικ Ντούρσμιντ (κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Ενάλιος»), εύκολα αναγνωρίζεται ότι πολύ συχνά διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των γεγονότων, είτε αυτά αφορούν την έκβαση μιας μάχης –ο εν λόγω συγγραφέας ξεκινάει το έργο του με τον Δούρειο Ίππο και τον Τρωικό Πόλεμο- είτε μια πολιτική σύγκρουση.

Δεν χρειάζεται, ωστόσο, να καταφύγει κανείς στα βάθη της Ιστορίας για να αντιληφθεί ότι οι πολιτικές εξελίξεις δεν ήταν και δεν είναι ποτέ ευθύγραμμες. Και σίγουρα δεν προκαθορίζονται από κάποιους σκοτεινούς κύκλους που βυσσοδομούν στο παρασκήνιο, όπως τις θέλουν οι συνήθεις συνωμοσιολογικές θεωρίες που διατρέχουν μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Θεωρίες που τροφοδοτούνται από κουτοπόνηρους πολιτευόμενους, οι οποίοι όταν δεν τους βολεύει μια προοπτική ή δεν τους δικαιώνει μια εξέλιξη αδυνατούν –ή μήπως δεν θέλουν;- να αναγνωρίσουν ότι είναι εκείνοι που κάνουν λάθος και σπεύδουν να αποδώσουν την έκβαση των πραγμάτων σε υποχθόνιες δολοπλοκίες και υπόγειες μηχανορραφίες.

Η αντιμετώπιση των δημοσκοπήσεων είναι μια από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις που αποτυπώνουν το φαινόμενο της συνωμοσιολογίας αλά ελληνικά. Έπειτα σχεδόν από κάθε έρευνα που βλέπει το φως –και αναφέρομαι στις πραγματικές έρευνες που γίνονται από δοκιμασμένους επαγγελματίες του χώρου και όχι στις κομπογιαννίτικες μαϊμουδιές που συχνάκις «σκάνε μύτη» κυρίως στον υπόκοσμο του Διαδικτύου…- ακολουθεί ένα γαϊτανάκι αμφισβητήσεων από όσους δεν βρίσκουν βολικά τα συμπεράσματά τους.

Σε όλο τον κόσμο οι δημοσκοπήσεις θεωρούνται «φωτογραφίες της στιγμής» και τα ευρήματά τους δεν αποτελούν παρά τάσεις που επικρατούν τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή που δίνονται οι απαντήσεις στα ερωτήματα των ερευνητών. Οι τάσεις που καταγράφονται σε μια έρευνα μπορεί να μείνουν αναλλοίωτες για μεγάλο χρονικό διάστημα, επειδή δεν μεσολαβούν γεγονότα που μπορούν να τις ανατρέψουν.

Μπορεί, όμως, οι ίδιες τάσεις να ανατραπούν την αμέσως επόμενη στιγμή εφόσον συμβεί κάτι το συνταρακτικό, όπως υπήρξε το βίντεο με τον κ. Μπαλτάκο, το οποίο δημιούργησε αρνητικές εντυπώσεις στην κοινή γνώμη που το χρέωσε στην κυβέρνηση, αδιαφορώντας για τους ισχυρισμούς ότι η τελευταία ακολούθησε εντελώς διαφορετική γραμμή από εκείνη που ήθελε ο τέως γενικός γραμματέας.

Γενικότερα, πάντως, σε περιόδους βαθειάς κρίσης, όπως αυτή που διέρχεται τα τελευταία χρόνια η ελληνική κοινωνία, καθώς έχει χάσει πολλές από τις σταθερές με τις οποίες πορεύθηκε τις δεκαετίες μετά τον Πόλεμο, οι τάσεις της κοινής γνώμης είναι όλο και λιγότερο αναλλοίωτες και, αντιθέτως, γίνονται όλο και περισσότερο ευμετάβλητες απέναντι σε μεγάλα, αλλά συχνά και σε μικρότερα, γεγονότα, που μπορεί να προσλάβουν χαρακτήρα αστάθμητου παράγοντα.
Ας το έχουμε αυτό όλοι μας κατά νου. Ιδίως στις επόμενες επτά εβδομάδες που ακολουθούν ως τις κάλπες της 25ης Μαΐου, περίοδο κατά την οποία πολλά έχουμε να δούμε και να ακούσουμε γύρω από τις δημοσκοπήσεις που αυτή τη φορά –μάλλον καλύτερα…- θα γίνονται ως την παραμονή της ψηφοφορίας.

Σε κάθε περίπτωση, εκείνο που απαιτείται είναι η ψυχραιμία που μπορεί να επιφέρει η συνειδητοποίηση του γεγονότος ότι τόσο οι δημοσκόποι όσο κι εκείνοι που τους παραγγέλνουν τις δημοσκοπήσεις από μια ψήφο έχουν να ρίξουν στην κάλπη. Όπως, δηλαδή, ακριβώς και ο καθένας από μας!

Δεν υπάρχουν σχόλια: