Το παραμυθάκι των μεταρρυθμίσεων

Δεν πρέπει να έχει υπάρξει πιο πολυχρησιμοποιημένη λέξη από εκείνην της «μεταρρύθμισης» την τελευταία περίοδο στο δημόσιο διάλογο. Από τους κεντρώους θιασώτες των μεταρρυθμίσεων, εκείνους που ζητούν «μεταρρυθμιστικό» μέτωπο, τους «Μεταρρυθμιστές» της Αριστεράς, την κυβέρνηση που καυχάται ότι έχει πραγματοποιήσει καταιγισμό μεταρρυθμίσεων, το Σύριζα που επελαύνει προτείνοντας τις δικές του «μεταρρυθμίσεις», η λέξη «μεταρρύθμιση» είναι στο στόμα σχεδόν όλων.


Με τόση «μεταρρύθμιση», η πλειοψηφία των πολιτών έχει καταλήξει να ταυτίσει τη λέξη με την τραγική κατάσταση την οποία βιώνουν. Ίσως πια και να θεωρούν τη «μεταρρύθμιση», και όχι την κρίση, την αιτία όλων των δεινών.
Έχουν πράγματι γίνει μεταρρυθμίσεις στην χώρα;

Αλλαγές σίγουρα έχουν γίνει, πολλές. Η πλειοψηφία όμως των παρεμβάσεων έχει να κάνει με ποσοτικές αλλαγές σε μισθούς, συντάξεις, διοικητικά οριζόμενες τιμές υπηρεσιών (π.χ. αυξήσεις στο ρεύμα, μείωση τελών κλπ), μεταφορά κατηγοριών μισθοδοτούμενων ατόμων σε συνταξιοδοτικό καθεστώς, μέσω κινήτρων, όπως και σειρά διακηρύξεων επί επιθυμητών αλλαγών, οι οποίες όμως με διάφορους τρόπους τελικώς δεν υλοποιούνται. Παράδειγμα οι, πάντοτε παρόντες, φόροι υπέρ τρίτων.

Σύμφωνα με την εμπειρία μας τίποτα δεν έχει ουσιαστικά αλλάξει, στη δομή των πραγμάτων που κάνουμε και που συνιστούν την καθημερινότητα των πολλών. Έχουμε γίνει πιο φτωχοί, αλλά είμαστε οι ίδιοι. Έχουμε συμφωνήσει, περίπου, ότι μεταρρύθμιση είναι η ρύθμιση που αφήνουμε για μετά...

Στην αγγλική γλώσσα η λέξη «μεταρρύθμιση» έχει πιο πρόσφορη αντιστοιχία στην λέξη "reform”. Μία πιο ακριβής μετάφραση της αγγλικής λέξης είναι ο «επανασχηματισμός», η αλλαγή της δομής της κατάστασης που είναι επιθυμητή η αλλαγή του. Σπάνια στην χώρα μας έχουμε, από ότι δείχνουν τα πράγματα, τέτοιο ενδόμυχο σκοπό. Χρησιμοποιούμε τις μεταρρυθμίσεις με την πιο κυριολεκτική έννοια της λέξης, δηλαδή με την αντικατάσταση μίας ρύθμισης, με μία άλλη ρύθμιση. Συνήθως πιο σύνθετη...

Στην Ελλάδα έχουμε εγκαταστήσει ένα θεσμικό κουβάρι, έναν γιγαντιαίο ιστό αράχνης νόμων, κανονισμών, ρυθμίσεων, εγκυκλίων, πολλές από τις οποίες είναι φυσικά αντιγραφή ενός παρόμοιου νομικού «Λεβιάθαν» που έρχεται έξω, από την Ε.Ε., αλλά που η μεγάλη τους πλειοψηφία είναι δικής μας, μοναδικής εμπνεύσεως και κοπής.

Όπως, σαν μικρό παράδειγμα, να μην μπορείς να πουλήσεις το λάδι σου, (νόμιμα) αν δεν είσαι γραμμένος (και) στον ΟΓΑ... Εκατοντάδες χιλιάδες τέτοιες μικρές και μεγάλες λεπτομέρειες έχουν πλέξει αυτόν τον «ιστό». Στην συντριπτική τους πλειοψηφία είναι προνόμια συγκεκριμένων ομάδων πίεσης, μερικές φορές και μεμονωμένων ατόμων, οργανωμένων συμφερόντων, κοινωνικών, τοπικών, οικονομικών, πολιτικών.

Είναι αποτέλεσμα της πελατειακής και ευνοιοκρατικής δομής, όχι μόνο του πολιτικού μας συστήματος, αλλά και όλης της κοινωνίας μας, αποτέλεσμα που έχει την εξήγησή του στην ιστορική ανάπτυξη του ελληνικού κράτους.

Μία συνηθισμένη παρεξήγηση που κάνουμε, συχνά, είναι να πιστεύουμε ότι η πελατοκρατία των πολιτικών κομμάτων εγκαθιδρύθηκε από τα πάνω, με την δική τους πρωτοβουλία. Η αλήθεια είναι ότι, αντίθετα μάλλον, τους επιβλήθηκε, από τις διασπασμένες δομές μίας κοινωνίας που αναπτύχθηκε γρήγορα και άναρχα. Οι πελάτες «αναγόρευσαν» τα αφεντικά τους, μάλλον, παρά τα αφεντικά εκπαίδευσαν τους «πελάτες».

Αποτέλεσμα όλου αυτού του θεσμικού Γόρδιου Δεσμού είναι το μεγάλο Κράτος, το οποίο παράλληλα δεν είναι μόνο μεγάλο, πάντα σε σχέση με την δυνατότητα της κοινωνίας να το χρηματοδοτήσει, αλλά είναι και εξαιρετικά αδύναμο, αφού είναι πάντα εύκολο θύμα στην διάθεση της κάθε οργανωμένης ομάδας πίεσης, η θύμα των ισχυρών, να το ελέγξουν και να το φορτώσουν, συνεχώς, με νέα βάρη.

Ακριβώς επειδή υπάρχει αυτή η θεσμική αδυναμία του κεντρικού Κράτους, έχουμε και πολύ φτωχά αποτελέσματα στο να επιβληθούν πραγματικοί «επανασχηματισμοί», δηλαδή ουσιαστική αναδόμηση του θεσμικού μας πλαισίου. Αυτό θα συνιστούσε μεταρρύθμιση και όχι απλά να μειωθούν οι μισθοί σε οργανισμούς που έτσι και αλλιώς παράγουν πολύ λίγα, η τίποτε. Για παράδειγμα, η χώρα χρειάζεται επειγόντως ανασχεδιασμό του ασφαλιστικού συστήματος, αφού έτσι και αλλιώς έχει χρεοκοπήσει, και όχι περισσότερα παραθυράκια για πρόωρες συνταξιοδοτήσεις. Οι οποίες σε κάθε περίπτωση περιμένουν (και θα περιμένουν) στην ουρά για χρόνια.

Εν τω μεταξύ περνάμε τον καιρό μας μιλώντας, και μιλώντας πολύ, για μεταρρυθμίσεις, χωρίς να ορίζουμε ούτε το πραγματικό περιεχόμενο των αναγκαίων αλλαγών, αλλά ούτε θέτοντας τις σωστές προτεραιότητες εκείνων των μεταρρυθμίσεων που θα επιτρέψουν στην χώρα να ορθοποδήσει και να στηριχθεί, επιτέλους, στις δικές της δυνάμεις.

Θα ήθελα να ελπίζω ότι κάποτε θα μπορέσουμε να συμφωνήσουμε ότι οι τρεις βασικές προτεραιότητες της χώρας στην παρούσα κρίσιμη συγκυρία είναι η προσαρμογή των κρατικών δαπανών στην βιώσιμη δυνατότητα της κοινωνίας να τις χρηματοδοτήσει, η απλοποίηση και ελάφρυνση του θεσμικού μας εφιάλτη ώστε να απελευθερωθούν οι παραγωγικές δυνάμεις της χώρας, και η γρήγορη ανακατανομή των διαθέσιμων πόρων της Ελλάδας υπέρ των νεότερων γενεών.

Αλλά, δυστυχώς, είναι η μόνη συζήτηση την οποία αποφεύγουμε να κάνουμε.

Δεν περιμένω ότι στην επερχόμενη προεκλογική περίοδο θα συζητήσουμε τίποτε από αυτά.

Αριστοτέλης Αϊβαλιώτης

www.capital.gr




Δεν υπάρχουν σχόλια: