Σαν σήμερα, πριν από 73 χρόνια, στις 12 Οκτωβρίου του 1944 έφτασε στο τέλος της η κατοχική περίοδος για την Αθήνα μετά 1.264 μέρες. Οι Γερμανοί υπέστειλαν την γερμανική σημαία από την Ακρόπολη στις 9.15 το πρωί ενώ ταυτόχρονα μέλη του γερμανικού στρατού κατέθεσαν στεφάνι στο Μνημείο του ΄Αγνωστου Στρατιώτη.
Με τη λέξη Απελευθέρωση συνηθίζεται να συνδέεται η εκκένωση της Ελληνικής πρωτεύουσας από τα γερμανικά στρατεύματα, γεγονός που έλαβε χώρα στις 12 Οκτωβρίου του 1944 και θεωρείται ως επίσημη λήξη της κατοχικής περιόδου. Σε αντίθεση, πάντως, με τις υπόλοιπες χώρες, στην Ελλάδα δεν εορτάζεται η απελευθέρωση, αλλά η έναρξη του πολέμου (28η Οκτωβρίου 1940). Αντίθετα, η ημερομηνία της Απελευθέρωσης περνά, σχετικά απαρατήρητη.
Η Κατοχή
Μετά την αποτυχημένη εισβολή των Ιταλών στην Ελλάδα, οι Γερμανοί εισέβαλλαν στη χώρα μας τον Απρίλιο του 1941. Μέχρι τα τέλη Μαΐου του 1941 οι Γερμανοί είχαν υποτάξει το σύνολο της χώρας. Οι ίδιοι διατήρησαν υπό τον έλεγχό τους τις σημαντικότερες στρατηγικά περιοχές της Ελλάδας, μεταξύ των οποίων την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, ενώ η υπόλοιπη χώρα μοιράστηκε σε ζώνες ελέγχου των συμμαχικών προς τη Γερμανία χωρών, της Ιταλίας και της Βουλγαρίας. Παράλληλα τοποθετήθηκε στην Ελλάδα κατοχική κυβέρνηση, που συγκροτήθηκε από Έλληνες συνεργάτες των Γερμανών.
Η κατοχή επέφερε τεράστια δεινά στον ελληνικό λαό και προκάλεσε ανυπολόγιστες καταστροφές. Οι ανθρώπινες απώλειες της Ελλάδας κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου υπολογίζονται μεταξύ 300.000 και 770.000 αμάχων και 20.000 έως 35.000 στρατιωτών. Ανυπολόγιστες υπήρξαν και οι υλικές καταστροφές, που οδήγησαν σε πλήρη κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας.
Το τέλος της Κατοχής και η Απελευθέρωση
Κατά τη διάρκεια του τελευταίου έτους της κατοχής, η δράση αντιστασιακών οργανώσεων, κυρίως του ΕΑΜ, είχε ως αποτέλεσμα την απελευθέρωση σημαντικού τμήματος της ελληνικής ενδοχώρας. Οι περιοχές που είχαν κατορθώσει να ελέγξουν οι αντάρτες μέχρι τις αρχές του 1944, κάλυπταν ένα μεγάλο τμήμα της ορεινής Ελλάδας μεταξύ των ελληνοαλβανικών συνόρων και της Αττικοβοιωτίας. Για τη διοίκηση των απελευθερωμένων περιοχών ιδρύθηκε στις 10 Μαρτίου 1944, με πρωτοβουλία του ΕΑΜ, η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης(ΠΕΕΑ), που αναφερόταν συχνότερα ως «κυβέρνηση του βουνού».
Στα τέλη του Αυγούστου του 1944, οι Γερμανοί αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα. Στο διάστημα αυτό οι Άγγλοι ανέλαβαν επιχείρηση απόβασης στην Ελλάδα ώστε να ελέγξουν την διάδοχη κατάσταση. Στις 26 Σεπτεμβρίου 1944 πέτυχαν την υπογραφή της Συμφωνίας της Καζέρτας. Η συνθήκη υπογράφηκε μεταξύ της κυβέρνησης του Γεώργιου Παπανδρέου, που έδρευε εκείνη την περίοδο στην Νάπολη της Ιταλίας, και των δύο σημαντικότερων αντιστασιακών οργανώσεων της Ελλάδας, του ΕΑΜ και του ΕΔΕΣ, και όριζε κυρίως την υπαγωγή των αντάρτικων δυνάμεων στις διαταγές της εθνικής κυβέρνησης, η οποία με τη σειρά της θα τις παραχωρούσε στις διαταγές του Άγγλου στρατηγού Ρόναλντ Σκόμπι. Η συνθήκη καταδίκασε επιπλέον τα Τάγματα Ασφαλείας, που τα χαρακτήρισε όργανα του εχθρού. Ήδη κατά τη διάρκεια του Σεπτεμβρίου του 1944 ο ΕΛΑΣ επιχειρούσε κατά των Ταγμάτων Ασφαλείας της Πελοποννήσου.
Στις 12 Οκτωβρίου αποχώρησαν και οι τελευταίοι Γερμανοί από την Αθήνα, γεγονός που σηματοδοτεί το τέλος της κατοχής της Ελλάδας. Ο Γερμανός αντιπτέραρχος, στρατιωτικός διοικητής Νοτίου Ελλάδος Χέλμουτ Φέλμυ δήλωσε ότι τα γερμανικά στρατεύματα αποσύρονται από την Αθήνα που έχει κηρυχθεί ανοχύρωτη πόλη. Πριν ακόμα αποχωρήσουν και οι τελευταίοι Γερμανοί, οι Έλληνες βγήκαν σε πλατείες και δρόμους, πανηγυρίζοντας για την απελευθέρωσή τους.
Ωστόσο, οι τελευταίες ημέρες της Κατοχής δεν ήταν αναίμακτες. Με στοχευμένες επιθέσεις δύο μέρες πριν την υποχώρησή τους Γερμανοί και Τάγματα Ασφαλείας εκτέλεσαν 47 άτομα και πυρπόλησαν 400 σπίτια στο Κορωπί, στο δρόμο προς την πρωτεύουσα από τα ανατολικά παράλια της Αττικής, από όπου οι Βρετανοί προωθούσαν οπλισμό στον Στρατιωτικό Διοικητή Αττικής Π. Σπηλιωτόπουλο, για την ενίσχυση της Αστυνομίας και της Χωροφυλακής αλλά και των αντικομμουνιστικών οργανώσεων, όπως η Χ. Την παραμονή της Απελευθέρωσης Γερμανοί επιτέθηκαν στην προσφυγική Καισαριανή, προπύργιο του ΕΑΜ, δολοφονώντας με απαγχονισμό τους αγωνιστές που συνέλαβαν.
Μαρτυρίες και ντοκουμέντα
“Ήταν ένα κάρο φορτωμένο νέους και νέες που φώναζαν. Στο άλογο που τραβούσε το κάρο καθότανε καβάλα μια γυναίκα μελαχρινή σα γύφτισσα που είχε στο κεφάλι και στους ώμους ένα σάλι επαναστατικά κατακόκκινο. Φορούσε κίτρινο φουστάνι κι είχε διάφορα χαϊμαλιά στο στήθος, κρατούσε μια ελληνική σημαιούλα και ξεφώνιζε τραγουδώντας: «Απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη…». Μια παρέα μάγκες γυρίζανε με ένα χαρτονένιο Χίτλερ κρεμασμένο σε ένα κοντάρι και φωνάζανε ρυθμικά «Εμπατίρησε»… Πολλά τραμ και καμιόνια ανεβοκατέβαιναν τους κεντρικούς δρόμους φορτωμένα παιδιά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ που φωνάζανε συνθήματα των οργανώσεών τους. Είδα και μια παρέλαση πιτσιρίκων με ξύλινα τουφέκια, του «παιδικού μετώπου» του ΕΑΜ”, γράφει ο συγγραφέας Γιώργος Θεοτοκάς για τη «μεγάλη ημέρα» (Γιώργος Θεοτοκάς, Τετράδια Ημερολογίου, Αθήνα: Εστία).
Ο Κώστας Παράσχος, δημοσιογράφος, ένας από τους εκατοντάδες χιλιάδες Αθηναίους που συρρέουν στο κέντρο της πόλης, περιγράφει την πρωτόγνωρη εμπειρία που έζησε:
“Μπήκα άθελά μου στο ρυθμό που επικρατούσε γύρω μου. Τι κάναμε δηλαδή; Μα απλό πράγμα: χαιρόμαστε και δεν ξέραμε πώς να εκφράσουμε τον ενθουσιασμό μας […] Τώρα μας ενδιέφερε να ζήσουμε τη μεγάλη μέρα” (Κώστας Παράσχος, Η απελευθέρωση, Αθήνα: Ερμής 1983). “Σε κάθε γωνιά βουίζουν τα χωνιά (…). Ανεβασμένοι στ” αυτοκίνητα ρίχνουν οι ΕΑΜίτες τα συνθήματα που τ” αρπάζει με μια φωνή ο κόσμος και τα κάνει βουή και σάλπισμα για να φτάσουν απ” άκρη σ” άκρη της Ελλάδας: Κανένα άσυλο στους προδότες! Λευτεριά- Λαοκρατία!”, διαβάζουμε στην ανταπόκριση του Ριζοσπάστη που κυκλοφορεί ύστερα από 8 χρόνια ελεύθερα πλέον στο κέντρο της πρωτεύουσας (Ριζοσπάστης, 13 Οκτωβρίου 1944).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου