Ο πρώην υφυπουργός Αντώνης Μπέζας, παραχώρησε συνέντευξη στον τηλεοπτικό σταθμό «Ήπειρος- TV1» και το δημοσιογράφο Παναγιώτη Μπούρχα.
Ακολουθούν τα βασικά σημεία των τοποθετήσεων του κ. Μπέζα.
Για τις εσωκομματικές εκλογές της Νέας Δημοκρατίας:
« Η ΝΔ βρίσκεται σε ένα ιστορικό σταυροδρόμι έχοντας απέναντί της το τρίτο Μνημόνιο και μια ανίκανη και επικίνδυνη κυβέρνηση της Αριστεράς. Εκτίμησή μου είναι ότι υπάρχει κίνδυνος διάσπασης, την οποία βέβαια απεύχομαι και για την οποία θα πρέπει όλοι να εργαστούμε ώστε να μην συμβεί. Στο παρελθόν η κομματική συσπείρωση, ξεπερνούσε τα πρόσωπα. Σήμερα η κομματική συνοχή έχει γίνει «κομμάτια και θρύψαλα». Αυτή τη φορά , αν οδηγηθούμε σε «αμοιβαδοποίηση» της ΝΔ, θα βρεθούν πολλοί που θα ακολουθήσουν κάποιον από τους χαμένους της εσωκομματικής εκλογής. Η πραγματική ζωντάνια των κομμάτων που τα αιμοδοτεί και τους εξασφαλίζει συνοχή είναι η εκπροσώπηση κοινωνικών αιτημάτων και συμφερόντων, με την καλή έννοια του όρου. Η συνεχής εναλλαγή στην εξουσία κομμάτων όπως η ΝΔ και η συμμετοχή της σε κυβερνήσεις συνεργασίας, δημιούργησε στο μυαλό των πολιτών το ιδεολόγημα ότι «όλοι ίδιοι είναι». Αυτό έχει ρηγματώσει την κομματική συνοχή».
«Οι θεωρίες συνομωσίας για προβοκάτσια ή σαμποτάζ, δεν οδηγούν πουθενά και δεν ωφελούν τη ΝΔ όταν δεν παρουσιάζονται συγκεκριμένα στοιχεία. Αυτό το οποίο εγώ αντιλαμβάνομαι, είναι, ότι υπήρξε διοικητική ανικανότητα. Όμως η διοικητική ανικανότητα στην εκλογή νέου αρχηγού αποδεικνύει ότι υπάρχει οργανωτική κατάρρευση. Για τους πολίτες η οργανωτική κατάρρευση της ΝΔ ως σοβαρού και οργανωμένου κόμματος, στερεί από το πολιτικό σύστημα τον ένα από τους δύο πόλους που χρειάζεται για να λειτουργήσει. Παράλληλα, η οργανωτική διάλυση της ΝΔ έχει ως αποτέλεσμα την πολιτική της ακύρωση. Ποιος θα πιστέψει ότι αυτή η ΝΔ μπορεί να προβάλλει τον εαυτό της ως σοβαρή εναλλακτική λύση, όταν δεν είναι ικανή ούτε εσωκομματικές εκλογές να διεκπεραιώσει;».
«Εκείνο που χρειάζεται τώρα είναι να ρυθμιστούν οι λεπτομέρειες και τα οργανωτικά ζητήματα και να προχωρήσουμε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, όσο το δυνατόν πιο γρήγορα στην εκλογή νέου αρχηγού. Σωστά τοποθετήθηκε πάνω σ’ αυτό η πλειοψηφία της κοινοβουλευτικής ομάδας. Όπως επίσης χρειάζεται να πέσουν οι τόνοι από τους υποψήφιους και τα επιτελεία τους, να σταματήσουν οι προσωπικές επιθέσεις και να αναδειχθούν τα πολιτικά ζητήματα σε σχέση με την πορεία και την προοπτική αυτής της μεγάλης και ιστορικής παράταξης».
Για τις ευθύνες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ:
«Προφανώς η καταστροφή που υφίσταται η χώρα, δεν είναι αποκλειστικά έργο αυτής της κυβέρνησης. Ευθύνες έχουμε και εμείς, οι κυβερνήσεις της ΝΔ που δεν προχώρησαν αψηφώντας το πολιτικό κόστος στις μεταρρυθμίσεις που ήταν αναγκαίες για τη χώρα, και κυρίως οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ που οδήγησαν με τον ανέξοδο λαϊκισμό την πατρίδα στην διεθνή εποπτεία. Δεν είναι λοιπόν αποκλειστικά έργο της σημερινής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η σημερινή κατάσταση. Δικό της όμως δημιούργημα είναι το τρίτο Μνημόνιο και τα νέα δυσβάσταχτα δημοσιονομικά μέτρα του. Δικό της δημιούργημα είναι ο αφελληνισμός των ελληνικών τραπεζών και το νέο πρόσθετο κόστος που θα επωμισθούν οι πολίτες για τη νέα ανακεφαλαιοποίηση. Δικό της δημιούργημα είναι η παντελής έλλειψη αναπτυξιακού σχεδίου δράσης. Ούτε μια νέα θέση εργασίας δε δημιουργήθηκε και ούτε μια νέα επένδυση δε δρομολογήθηκε στη χώρα στους 10 μήνες που κυβερνούν. Δικό της δημιούργημα είναι η αθέτηση όλων των προεκλογικών της δεσμεύσεων, τόσο του Ιανουαρίου όσο και του Σεπτεμβρίου. Δικό τους έργο θα είναι, όταν θα έρθει η ώρα, η εκποίηση σε ευτελείς τιμές των φιλέτων του ελληνικού Δημοσίου ».
«Η εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ δύο μήνες μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, θυμίζει τη ΝΔ στα τέλη του 2014. Η κοινωνία έχει χάσει την εμπιστοσύνη της προς τον κ. Τσίπρα και ταυτόχρονα ο κ. Τσίπρας δεν έχει δίπλα του το κόμμα του για να επικοινωνήσει τις πολιτικές του και να πείσει την κοινωνία για την αναγκαιότητά τους. Η κυβέρνηση Τσίπρα – Καμένου βρίσκεται σε φάση σταδιακής πολιτικής κατάρρευσης. Η διαφορά με τη ΝΔ είναι ότι όλα αυτά συνέβησαν σε εμάς δυόμιση χρόνια μετά τις εκλογές του 2012 και όχι λόγω της δικής μας αδυναμίας αλλά λόγω της εκβιαστικής στάσης της τότε Αξιωματικής Αντιπολίτευσης στο θέμα της εκλογής Προέδρου Δημοκρατίας».
Για την ανακεφαλαιοποίηση και τον αφελληνισμό των τραπεζών:
«Οι ελληνικές τράπεζες ανακεφαλαιοποιήθηκαν το 2013 με 30 δις ευρώ από τα οποία τα 25 δις δόθηκαν από το ΤΧΣ και τα 5 περίπου δις από ιδιώτες, μέσω αύξησης του μετοχικού τους κεφαλαίου. Το 2014 έγινε πρόσθετη ανακεφαλαιοποίηση με 8 δις ιδιωτικά κεφάλαια μέσω νέας αύξησης μετοχικού κεφαλαίου. Έτσι, τον Ιανουάριο του 2015, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ παρέλαβε ένα επαρκώς ανακεφαλαιοποιημένο τραπεζικό σύστημα με συνολικό κεφάλαιο 38 δις ευρώ. Σύμφωνα με το σχέδιο, με τα 25 δις του ΤΧΣ το ελληνικό Δημόσιο απέκτησε την πλειοψηφία των μετοχών των τεσσάρων συστημικών τραπεζών και όταν η οικονομία θα επέστρεφε στην κανονικότητα, το ΤΧΣ θα πουλούσε τις συμμετοχές του στους ιδιώτες, θα έπαιρναν αυτοί την ιδιοκτησία των τραπεζών και το κράτος τα 25 δις που είχε δανειστεί για να αποπληρώσει τους δανειστές και να μειωθεί ισόποσα το δημόσιο χρέος».
«Οι νέες κεφαλαιακές ανάγκες δημιουργήθηκαν από τις πολιτικές επιλογές και τις αστοχίες της κυβέρνησης ΣΥΤΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Όλα ξεκίνησαν από τη στιγμή που αποφασίστηκε ότι δεν έχουμε ανάγκη από τα 11 δις του ΤΧΣ και τα χρήματα αυτά επιστράφηκαν στους δανειστές. Η κωλυσιεργία στις διαπραγματεύσεις οδήγησε στη συνέχεια στο κλείσιμο των τραπεζών και τους κεφαλαιακούς περιορισμούς και αυτό με τη σειρά του προκάλεσε φυγή 40 δις ευρώ καταθέσεων από τις τράπεζες και μια νέα γενιά επισφαλών δανείων».
«Η ζημιά που έχει προκληθεί είναι ανεπανόρθωτη. Μέσα σε λίγους μήνες εξανεμίστηκαν τα 20 από τα 25 δις του ΤΧΣ , το ποσοστό του στον τραπεζικό τομέα, από πλειοψηφικό, περιορίστηκε μόλις στο 26% και το υπόλοιπο 74% ελέγχεται πλέον από ξένους ιδιώτες αλλά και επιθετικά funds, τα οποία μέχρι πρότινος κατήγγειλε ο ΣΥΡΙΖΑ. Χάθηκαν δηλαδή οι εισπράξεις 10 ετών του ΕΝΦΙΑ! Η ανακεφαλαιοποίηση για την οποία επαίρεται σήμερα η κυβέρνηση οδήγησε στον αφελληνισμό των τραπεζών. Παράλληλα, προκλήθηκε τεράστια ζημιά στους μεγαλομετόχους αλλά και τους μικροεπενδυτές. Όλα αυτά στοιχειοθετούν τεράστιες πολιτικές ευθύνες. Δυστυχώς, ο ελληνικός λαός όχι μόνο αγνόησε την αθέτηση από τον ΣΥΡΙΖΑ όλων των υποσχέσεών του αλλά στις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου εξέλεξε πρώτους τους αποκλειστικά υπεύθυνους για τη διάλυση του τραπεζικού συστήματος».
Για το Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών και τη στάση της ΝΔ για το ασφαλιστικό:
«Η συζήτηση, σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών για το ασφαλιστικό, είναι κάτι που πρέπει να αποφευχθεί. Ο κ. Τσίπρας δεν ζητάει συναίνεση ώστε να βρεθεί κοινός τόπος αλλά στήνει μια ενέδρα για λόγους επικοινωνιακούς. Η ΝΔ, κατά την άποψή μου, δεν πρέπει να δεχθεί συζήτηση για το ασφαλιστικό, για πέντε δαιφορετικούς λόγους: Πρώτον, γιατί θα υπάρξουν από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ διαρροές στα ΜΜΕ από τη συζήτηση, για να διαχυθεί το πολιτικό κόστος σε όλο το πολιτικό φάσμα.
Δεύτερον, γιατί στο επίσημο περιβάλλον του Προεδρικού Μεγάρου δεν μπορεί να συζητηθεί από τους αρχηγούς ένα τέτοιο σοβαρό και πολυπαραμετρικό θέμα, που έχει ποικίλες επιπτώσεις στην οικονομία και την κοινωνική συνοχή. Θα πρέπει να έχει προηγηθεί εξαντλητική συζήτηση σε επίπεδο κομματικών στελεχών που γνωρίζουν το ασφαλιστικό και στη συνέχεια να έλθει στο τραπέζι των πολιτικών αρχηγών.
Τρίτον, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τορπιλίσει την περίοδο 2012-2014 κάθε προσπάθεια διαλόγου και συναίνεσης, γι’ αυτό το μεγάλο ζήτημα που αποτελεί στην ουσία μια δημοσιονομική βόμβα. Θυμίζω το περιβόητο «ή θα τους τελειώσουμε ή θα μας τελειώσουν» αλλά και τις υποσχέσεις για 13η σύνταξη, για επαναφορά των συντάξεων στα επίπεδα πριν το 2009, για κατάργηση της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος και όλα τα υπόλοιπα παρόμοια.
Τέταρτον, γιατί η ΝΔ βρίσκεται σε εσωτερική προεκλογική περίοδο και έχει ένα υπηρεσιακό Πρόεδρο που δεν μπορεί από μόνος του, χωρίς εξουσιοδότηση, να χειρισθεί ένα τόσο μεγάλο πολιτικό και οικονομικό ζήτημα.
Πέμπτον, και κυριότερο, γιατί δεν πρόκειται για τη δημιουργία ενός εθνικού σχεδίου, μιας εθνικής στρατηγικής για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος. Αυτή η εθνική θέση έπρεπε ήδη να υπάρχει και να αποτελεί διαπραγματευτικό μας όπλο. Η κυβέρνηση περιορίζεται αποκλειστικά στη διαπραγμάτευση του ύψους των περικοπών στις συντάξεις και τις άλλες παροχές, αφού πλέον έχει δεσμευθεί από το τρίτο Μνημόνιο για περικοπές της τάξης του 1,9% του ΑΕΠ δηλαδή 3,5 δις ευρώ το διάστημα 2016-2018».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου