Διαβάστε το Πόρισμα της Επιτροπής της Βουλής για τα Κληροδοτήματα

Δημοσιεύουμε το πόρισμα της Επιτροπής της Βουλής για τα εθνικά κληροδοτήματα. Τα σημεία γ1 και γ2 αφορούν τα Ηπειρωτικά Κληροδοτήματα.
ΠΟΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΜΟΝΙΜΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΘΕΣΜΩΝ & ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ

Μετά από εισήγηση των Βουλευτών κ. κ. Αθανασίου Τσούρα και Προκόπη Παυλόπουλου η Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής των Ελλήνων, κατά τη συνεδρίαση της 1ης Φεβρουαρίου 2011, κατέληξε στο παρακάτω Πόρισμα ως προς τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες πρέπει να επέλθουν στο πεδίο οργάνωσης και λειτουργίας των Εθνικών Κληροδοτημάτων.
Το Πόρισμα θα υποβληθεί στην Κυβέρνηση για τη διαμόρφωση σχεδίου νόμου και έχει ως εξής:

. ΠΡΟΕΡΓΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
Η Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, κατά τη συνεδρίασή της στις 25.11.2010, αποφάσισε ν’ ασχοληθεί με την υπόθεση των Εθνικών Κληροδοτημάτων και να υποβάλει τις προτάσεις της στην Κυβέρνηση. Προς το σκοπό αυτό έλαβαν χώρα τρεις συνεδριάσεις:

Α. Συνεδρίαση της 7ης Δεκεμβρίου 2010. Θέμα ημερήσιας διάταξης: «Ηπειρωτικά Κληροδοτήματα».
Στη συνεδρίαση παρέστησαν από το Υπουργείο Οικονομικών ο κ. Δημήτριος Κουσελάς, Υφυπουργός και οι κυρίες Αγλαΐα Βασιλοπούλου, Προϊσταμένη της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας και Εθνικών Κληροδοτημάτων και Δήμητρα Γκαραβέλα, Προϊσταμένη Τμήματος της Διεύθυνσης Εθνικών Κληροδοτημάτων. Από την Επιτροπή Αγώνα για τα Ηπειρωτικά Κληροδοτήματα οι κ.κ. Σπυρίδων Εργολάβος, Φρίξος Πούρλης και Κωνσταντίνος Καραγιαννίδης.

Β. Συνεδρίαση της 15ης Δεκεμβρίου 2010. Θέματα ημερήσιας διάταξης: «1. Εθνικά Κληροδοτήματα. Ενημέρωση των μελών της Επιτροπής από τον Πρόεδρο του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, κ. Ανδρέα Μαρτίνη. 2. Ενημέρωση των μελών της Επιτροπής από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ιωαννίνων, κ. Θεόκλητο, Πρόεδρο του Συμβουλίου του Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου «Αγαθοεργά Καταστήματα Ιωαννίνων».
Στη συνεδρίαση παρέστησαν από το Υπουργείο Οικονομικών ο κ. Δημήτριος Κουσελάς, Υφυπουργός και οι κυρίες Αγλαΐα Βασιλοπούλου, Προϊσταμένη της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας και Εθνικών Κληροδοτημάτων και Δήμητρα Γκαραβέλα, Προϊσταμένη Τμήματος της Διεύθυνσης Εθνικών Κληροδοτημάτων. Από τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό ο κ. Ανδρέας Μαρτίνης, Πρόεδρος του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού. Εκ μέρους της Μητρόπολης Ιωαννίνων παρέστησαν οι κ.κ. Φίλιππος Φίλιος, Γεώργιος Τζώρτζης και Γεώργιος Τσουμάνης, μέλη της Διοικούσας Επιτροπής «Αγαθοεργά Καταστήματα Ιωαννίνων».

Γ. Συνεδρίαση της 18ης Δεκεμβρίου 2010. Θέμα ημερήσιας διάταξης: «Κληροδοτήματα».
Στη συνεδρίαση παρέστησαν από το Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων ο κ. Βασίλειος Παπάζογλου, Ειδικός Γραμματέας Ανώτατης Εκπαίδευσης και η κυρία Αθηνά Βελή, Διευθύντρια Μελετών και Στατιστικής Εκπαίδευσης. Από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο ο κ. Σίμος Σιμόπουλος, Πρύτανης του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και οι κυρίες Παναγιώτα Μαλιώτου, Προϊσταμένη Τμήματος Διαχείρισης Περιουσίας και Βασιλική Νικολαϊδου, Γραμματέας. Από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών οι κ.κ Θωμάς Σφηκόπουλος, Αντιπρύτανης Οικονομικού Προγραμματισμού και Ανάπτυξης, Νικόλαος Αλιβιζάτος, Καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και η κυρία Αρσενία Καββαδά, Διευθύντρια Κληροδοτημάτων. Από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ο κ. Ιωάννης Μυλόπουλος, Πρύτανης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Από το Υπουργείο Οικονομικών η κυρία Αγλαΐα Βασιλοπούλου, Προϊσταμένη της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας και Εθνικών Κληροδοτημάτων.

ΙΙ. ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ
Από την ακρόαση των φορέων αλλά και την προηγούμενη έρευνα της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας προκύπτουν, ως προς το υπό έρευνα ζήτημα, και τα ακόλουθα:
Α. Αιτίες της σημερινής κατάστασης.
Οι σημαντικότερες από τις κακοδαιμονίες, στις οποίες οφείλεται κατά κύριο λόγο η κρίσιμη κατάσταση πολλών Κληροδοτημάτων, μπορούν να συνοψισθούν ως ακολούθως:
1. Πρώτον, η πεπαλαιωμένη νομοθεσία. Πράγματι, όπως έχει στην πράξη αποδειχθεί, ο α.ν. 2039/1939 , με τις όποιες ως τώρα τροποποιήσεις του, είναι αδύνατον ν’ ανταποκριθεί στις εξελίξεις των καιρών καθώς και στο έργο το οποίο καλούνται σήμερα να επιτελέσουν τα Κληροδοτήματα αυτά. Και δημιουργεί, ευλόγως, ερωτηματικά η πολύ μεγάλη, διαχρονικώς, καθυστέρηση ολοκλήρωσης του έργου των κατά καιρούς Επιτροπών, οι οποίες συνεστήθησαν για να διαμορφώσουν το νέο σύγχρονο νομοθετικό πλαίσιο.
2. Δεύτερον, το γεγονός ότι επιμέρους ρυθμίσεις του α.ν. 2039/1939 και οι τροποποιήσεις του έχουν θεσμοθετήσει μια πανσπερμία διατάξεων, με αποτέλεσμα αφενός να μην υπάρχει ενιαίο καθεστώς – πράγμα απαραίτητο κυρίως για τον απαιτούμενο έλεγχο επ’ αυτών- και, αφετέρου, να δημιουργούνται, συνακόλουθα, ανισότητες οι οποίες παραβιάζουν σαφώς τις περί ισότητας διατάξεις του άρθρου 4 του Συντάγματος.
3. Τρίτον, σε αρκετές περιπτώσεις, ιδίως δε όταν πρόκειται για Κληροδοτήματα που αφορούν την εκπαίδευση ή την Εκκλησία της Ελλάδος, η επ’ αυτών εποπτεία διασπάται, αφού ανατίθεται σε διαφορετικές αρχές. Με αποτέλεσμα να καθίσταται από αναποτελεσματική έως ανύπαρκτη, πρωτίστως επειδή οι αρμόδιες αρχές κυρίως του Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, ουδέποτε συνεστήθησαν με τρόπο ορθολογικό και, γι’ αυτό, έχουν σήμερα ατροφήσει.
4. Τέταρτον, αλλά και ο έλεγχος, υπό την μορφή εποπτείας, προληπτικής ή κατασταλτικής, που ασκείται από τις αρμόδιες αρχές του Υπουργείου Οικονομικών (κυρίως από τη Γενική Διεύθυνση Δημόσιας Περιουσίας & Εθνικών Κληροδοτημάτων), είναι επιδερμικός. Η έλλειψη προσωπικού, η απουσία της κατάλληλης εκπαίδευσης και αυτού ακόμη του ελάχιστου προσωπικού, οι υποτυπώδεις υποδομές -κυρίως ως προς την ολοκληρωμένη διαμόρφωση της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης- σε συνδυασμό με την γενικευμένη παθογένεια ως προς την οργάνωση και λειτουργία των εποπτευόμενων Κληροδοτημάτων, έχουν οδηγήσει πια σε μια κατάσταση αδυναμίας επίβλεψης του τρόπου λειτουργίας τους, η οποία έχει δραματικές επιπτώσεις τόσον ως προς την αποτελεσματικότητα εκπλήρωσης του σκοπού τους όσο και σε θέματα διαφάνειας της όλης δράσης τους.
5. Τέλος, πέμπτον, η κατάσταση πολλών από τα Κληροδοτήματα αυτά, και όσον αφορά την εν γένει οργάνωση και διαφανή λειτουργία τους και όσον αφορά τον τρόπο εκπλήρωσης του σκοπού τους, οδηγεί στη διαπίστωση ότι συγκεκριμένα Κληροδοτήματα έχουν εκτραπεί από την επίτευξη του σκοπού για τον οποίο συνεστήθησαν. Και τούτο άλλοτε –ίσως τις περισσότερες φορές- με δική τους ευθύνη και άλλοτε για λόγους αντικειμενικούς. Ήτοι επειδή η όλη κατάσταση, όπως ήδη συνοπτικώς περιγράφηκε, δεν τους επιτρέπει, παρά τις προσπάθειες των διοικήσεων τους, ν’ ανταποκριθούν στη βούληση του διαθέτη και στις επιταγές της έννομης τάξης, όπως αυτή διαμορφώνεται με βάση το άρθρο 109 του Συντάγματος και την εντελώς ελλιπή, κατά τα προαναφερθέντα, εκτελεστική του νομοθεσία.

Β. Τεκμηρίωση των ως άνω διαπιστώσεων.
Οι προμνημονευόμενες διαπιστώσεις τεκμηριώνονται και από τα ακόλουθα δεδομένα:
1. Τα Αριθμητικά δεδομένα.
Το σύνολο των Κοινωφελών Περιουσιών σήμερα –μικρών και μεγάλων- είναι, κατά προσέγγιση, 11.000. Εξ αυτών, περίπου 2.500 είναι Ιδρύματα και Κληροδοτήματα, 3.000 είναι Σχολάζουσες Κληρονομίες, ενώ οι υπόλοιπες 5.500 περιουσίες είναι υπό εκκαθάριση. Και εκκαθαρίζονται από την Διεύθυνση Εθνικών Κληροδοτημάτων του αρμόδιου Υπουργείου, με ρυθμό εκκαθάρισης το πολύ 20 υποθέσεων το χρόνο! Χωρίς να έχουν ευθύνες οι απλοί υπάλληλοι, θ’ απαιτηθούν, με τα σημερινά δεδομένα, περισσότερα από 300 χρόνια!!! για να εκκαθαριστούν όλες οι περιουσίες. Στο μεταξύ θα έχουν σωρευθεί περισσότερες από 15.000 νέες υποθέσεις, αν λάβουμε υπόψη ότι προστίθενται 50, περίπου, νέες υποθέσεις κάθε χρόνο.

2. Η περιουσία των Κοινωφελών Περιουσιών.
Η συνολική αξία της περιουσίας των 11.000 Κοινωφελών Περιουσιών είναι άγνωστη και είναι αδύνατο να υπολογισθεί. Πρέπει όμως να λάβουμε υπόψη ότι:
α. Οι 115 περιουσίες της Άμεσης Διαχείρισης έχουν περιουσία 41.000.000 ευρώ. Αντιστοιχούν δηλαδή, κατά μέσον όρο, 356.000 ευρώ στην κάθε περιουσία.
β. Οι περιουσίες που αφήνονται για κοινωφελείς σκοπούς ξεκινούν από 200.000 ευρώ και πάνω και φθάνουν, σε κάποιες περιπτώσεις, σε πολλά εκατομμύρια ευρώ.
Μπορούμε, άρα, σύμφωνα με τους προεκτεθέντες αριθμούς, να προσεγγίσουμε με αναλογική μέθοδο την συνολική αξία των Κοινωφελών Περιουσιών σε τουλάχιστον 10 δις ευρώ. Και, μάλιστα, χωρίς να περιλαμβάνεται η περιουσία –κινητή και ακίνητη– των πολύ μεγάλων Κοινωφελών Περιουσιών, την οποία δεν γνωρίζουμε.

3. Οι Σχολάζουσες Κληρονομίες.
Είναι άγνωστο το μέγεθος της περιουσίας που καλύπτεται πίσω από κάθε Σχολάζουσα Κληρονομία. Το βέβαιο είναι ότι ο τομέας αυτός έχει, παραδόξως, υποβαθμισθεί. Η τοποθέτηση λιγότερων από πέντε, μόνον, υπαλλήλων στο αρμόδιο Υπουργείο για να παρακολουθούν τις 3.000 υποθέσεις και την όλη πορεία της εκκαθάρισής τους το αποδεικνύει. Οι κηδεμόνες σπάνια αποδίδουν λογαριασμό των ενεργειών τους και, ηθελημένα ή αθέλητα, βλάπτουν το Δημόσιο, στερώντας τον κρατικό προϋπολογισμό από σημαντικά έσοδα. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Γ.Λ.Κ. εισρέουν κάθε χρόνο αρκετά χρήματα στις Δ.Ο.Υ. από τις Σχολάζουσες Κληρονομίες. Τα έσοδα αυτά θα μπορούσε να είναι πολύ υψηλότερα εάν υπήρχε πρόγραμμα ταχείας εκκαθάρισης των Σχολαζουσών Κληρονομιών και δεν παρέμεναν τόσες πολλές υποθέσεις 20 και 30 χρόνια χωρίς να έχουν ακόμα περαιωθεί.

4. Οι υποτροφίες.
Ο συνολικός ετήσιος αριθμός των υποτροφιών που χορηγούνται από τις Κοινωφελείς Περιουσίες είναι αδύνατο να υπολογισθεί. Μόνον οι 115 περιουσίες της Άμεσης Διαχείρισης χορήγησαν το 2006 200 υποτροφίες. Τα Ιδρύματα και Κληροδοτήματα που εποπτεύει η περιφέρεια Αττικής χορήγησαν το 2006 περισσότερες από 500 υποτροφίες. Δεν γνωρίζουμε πόσες υποτροφίες χορήγησαν οι υπόλοιπες 12 Περιφέρειες καθώς και οι περιουσίες που εποπτεύει η Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών. Εδώ δεν είναι δυνατό να χρησιμοποιήσουμε αναλογική μέθοδο, επειδή δεν χορηγούν υποτροφίες όλα τα Ιδρύματα – Κληροδοτήματα.

5. Η κοινωνική συνείδηση.
Η μακροχρόνια κακοδιαχείριση των κοινωφελών περιουσιών από τους διαχειριστές τους, σε συνδυασμό με την απουσία ουσιαστικού ελέγχου και αποτελεσματικής εποπτείας της Πολιτείας όσον αφορά την εκτέλεση της βούλησης των διαθετών, έχει το δικαιολογημένο αποτέλεσμα της δυσφορίας της κοινής γνώμης και της δημιουργίας αρνητικής κοινωνικής συνείδησης απέναντι στο θεσμό της ευεργεσίας γενικότερα. Η κοινή γνώμη εξαιρεί τους μεγάλους Εθνικούς Ευεργέτες που αφιέρωσαν τα πάντα για το καλό της Ελλάδας, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι τέτοιοι άνθρωποι δεν υπάρχουν σήμερα... Είναι γνωστά τα συνεχή δημοσιεύματα για συγκεκριμένα μεγάλα Κληροδοτήματα, των οποίων η κοινή διαχείριση και αδιαφάνεια έχει απασχολήσει τις αρμόδιες διοικητικές και δικαστικές αρχές.

ΙΙΙ. ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Με βάση τ’ ανωτέρω καταλήγουμε στο γενικότερο συμπέρασμα ότι απαιτείται, και μάλιστα αμέσως, συνολική αλλαγή του νομοθετικού καθεστώτος που διέπει την οργάνωση, λειτουργία και εποπτεία των Εθνικών Κληροδοτημάτων. Σε συνδυασμό, βεβαίως, με την αυτονόητη ανάγκη πλήρους και χωρίς εκπτώσεις εφαρμογής του νέου νομοθετικού καθεστώτος, αξιοποιώντας παραλλήλως όλα τα μέσα της σύγχρονης τεχνολογίας για την εμπέδωση της διαφάνειας, τόσο ως προς την εν γένει λειτουργία των Κληροδοτημάτων όσο και ως προς τις κατά περίπτωση αρμόδιες εποπτεύουσες κρατικές υπηρεσίες. Συγκεκριμένα οι επιμέρους προτάσεις μας στο πλαίσιο αυτό προσανατολίζονται στις εξής κατευθύνσεις:

Α. Καταγραφή των Κληροδοτημάτων και της περιουσίας τους.
Απαιτείται να πραγματοποιηθεί επειγόντως καταγραφή όλων των Κληροδοτημάτων, με αντίστοιχη καταγραφή της περιουσίας του καθενός και περιγραφή της φυσιογνωμίας τους, με βάση το σκοπό τους. Και τούτο είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί ανεξάρτητα από τη θεσμική μεταρρύθμιση, για την οποία έγινε λόγος προηγουμένως. Μέσα από την καταγραφή αυτή μπορεί και πρέπει, επίσης:
1. Να διερευνηθεί, με βάση τα στοιχεία που διαθέτουν ή μπορεί ν’ αναζητήσουν οι αρμόδιες υπηρεσίες, η πραγματική βούληση του κάθε διαθέτη, έτσι ώστε να διαπιστωθεί αν η διοίκηση και διαχείριση του κάθε κληροδοτήματος πραγματοποιείται κατά τη βούληση αυτή, όπως κατά νόμο απαιτείται. Τούτο θα οδηγήσει στο να επιτευχθεί η συμμόρφωση των Κληροδοτημάτων, που δεν πληρούν αυτή την προϋπόθεση, στη βούληση του διαθέτη.
2. Να διερευνηθεί, στο ίδιο πλαίσιο, ποια κληροδοτήματα έχουν καταστεί ανενεργά και ποια είναι εκείνα ως προς τα οποία η πραγματοποίηση του σκοπού τους, σύμφωνα με τη βούληση του διαθέτη, έχει καταστεί πραγματική ανέφικτη, προκειμένου, με πλήρη τήρηση του άρθρου 109 του Συντάγματος και της αντίστοιχης εκτελεστικής νομοθεσίας, να διατεθούν οι περιουσίες τους για παρεμφερείς σκοπούς.

Β. Νέος Κώδικας Κληροδοτημάτων.
Πρέπει, επιτέλους, να ολοκληρωθούν οι εργασίες της Επιτροπής ως προς τη σύνταξη του νέου Κώδικα Κληροδοτημάτων, στο πλαίσιο του οποίου θα τροποποιηθεί ο παρωχημένος α.ν. 2039/1939. Ως προς την μείζονα αυτή θεσμική μεταρρύθμιση επισημαίνονται τ’ ακόλουθα:
1. Είναι αυτονόητο ότι πρέπει να γίνουν βαθιές τομές και ως προς την οργάνωση και λειτουργία των Κληροδοτημάτων και ως προς την επ’ αυτών εποπτεία, με βάση και τις προτάσεις που εκτίθενται στη συνέχεια. Με άλλες λέξεις για είναι αποτελεσματική μια τέτοια θεσμική μεταβολή δεν μπορεί να περιορισθεί σε μιαν επιδερμική κωδικοποίηση των ισχυουσών σήμερα, εντελώς ανεπαρκών, ρυθμίσεων.
2. Στο πλαίσιο της ριζικής τροποποίησης του α.ν. 2039/1939 για το νομικό καθεστώς των Κληροδοτημάτων, είναι ανάγκη να ληφθεί υπόψη ότι στο καθεστώς αυτό πρέπει, όπως είναι ευνόητο, να υπαχθούν όλα, ανεξαιρέτως, τα Κληροδοτήματα. Ειδικότερα:
α. Οι κανόνες των νέων νομοθετικών ρυθμίσεων πρέπει να διέπουν τα κάθε είδους Κληροδοτήματα, ανεξάρτητα από την ιδιομορφία του σκοπού τους.
β. Το ίδιο πρέπει να ισχύσει και ως προς την επ’ αυτών εποπτεία από τις αρμόδιες αρχές, κεντρικές και περιφερειακές. Διότι είναι αδύνατο μια τέτοια εποπτεία να λειτουργήσει αποτελεσματικά όταν διασπάται με την ανάθεσή της σε διαφορετικές υπηρεσίες, οι οποίες λειτουργούν με διαφορετική νοοτροπία και, κυρίως, με διαφορετική δυναμική. Τονίζεται εδώ με έμφαση ότι πρέπει, κατά τα προεκτιθέμενα, να καταργηθεί η εποπτεία που ασκείται σήμερα, σε συγκεκριμένα Κληροδοτήματα, από το Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων. Και τούτο γιατί η πράξη έχει αποδείξει ότι, λόγω της ανεπάρκειας των συγκεκριμένων υπηρεσιών του Υπουργείου αυτού, η εποπτεία πάνω σε τεράστιας, πολλές φορές, σημασίας Κληροδοτήματα είναι από ανεπαρκής έως ανύπαρκτη. Συμπερασματικώς εισηγούμεθα η κάθε είδους εποπτεία επί των Κληροδοτημάτων ν’ ανατεθεί αποκλειστικώς στις κεντρικές και περιφερειακές υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών οι οποίες, βεβαίως, είναι απαραίτητο ν’ αναμορφωθούν πλήρως, όπως εκτίθεται στη συνέχεια.
3. Κατά τη θεσμοθέτηση και, κυρίως, εφαρμογή των προμνημονευόμενων ενιαίων κανόνων οργάνωσης, λειτουργίας και εποπτείας των Κληροδοτημάτων πρέπει να ληφθούν, όπως είναι αυτονόητο, υπόψη οι ιδιομορφίες συγκεκριμένων Κληροδοτημάτων, ιδίως με γνώμονα του ποια είναι η φυσιογνωμία και η αποστολή των φορέων, με τους οποίους συνδέονται αμέσως τα Κληροδοτήματα αυτά. Έτσι ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να επιδειχθεί κατά τη θεσμοθέτηση των κανόνων που διέπουν τα Κληροδοτήματα π.χ.:
α. Των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, κατά το άρθρο 16 του Συντάγματος. Με δεδομένο μάλιστα το γεγονός ότι τα ΑΕΙ θα έχουν, εκ των πραγμάτων, πάντοτε αυξημένο ρόλο εποπτείας επί των Κληροδοτημάτων τους, είναι ανάγκη οι νέες νομοθετικές ρυθμίσεις να προσδιορίζουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο τα ΑΕΙ μπορούν και πρέπει ν’ αξιοποιούν όχι μόνο τα Κληροδοτήματά τους αλλά και την εν γένει περιουσία τους. Με βάση την ακρόαση των φορέων τους και την ως τώρα εμπειρία θεωρούμε ότι η δημιουργία αντίστοιχων Κτηματικών Εταιρειών των ΑΕΙ εμφανίζεται αναποτελεσματική. Είναι, αντιθέτως, πιο πρόσφορη η δημιουργία ειδικής υπηρεσίας ανά ΑΕΙ, η οποία, σε συνδυασμό με την αρμονική συνεργασία και επικουρία αλλά και αυστηρή εποπτεία των αρμόδιων υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, μπορεί ν’ αποδώσει τα μέγιστα. Και, σε πολλές περιπτώσεις μεγάλων ΑΕΙ, να διασφαλίσει την οικονομική τους αυτοτέλεια, ώστε να υπάρξει εντυπωσιακή εξοικονόμηση πόρων από την πλευρά του κεντρικού Κράτους.
β. Της Ακαδημίας Αθηνών. Με τον τρόπο αυτό θα ικανοποιηθεί το δίκαιο αίτημά της, το οποίο διατυπώνεται με την από 27/1/2011 επιστολή της προς την Επιτροπή μας, χωρίς να είναι αναγκαία η πλήρης εξαίρεσή της από τις διατάξεις του α.ν. 2039/1939, όπως αποτυπώνεται στην επιστολή αυτή. Διότι δεν πρέπει να υπάρχουν εξαιρέσεις στο πλαίσιο του νέου νομοθετικού καθεστώτος πλην όμως αυτό, όπως προεκτέθηκε, με βάση και την κατά το άρθρο 4 του Συντάγματος αρχή της ισότητας που σημαίνει ίση μεταχείριση ουσιωδώς όμοιων αλλά και άνιση μεταχείριση ουσιωδώς ανόμοιων καταστάσεων, οφείλει να λαμβάνει υπόψη του τις ιδιαιτερότητες συγκεκριμένων περιπτώσεων Κληροδοτημάτων, πρωτίστως με βάση το δημόσιο συμφέρον που υπηρετούν οι επιμέρους φορείς τους.
γ. Των Ηπειρωτικών, υπό την ευρεία του όρου έννοια, Κληροδοτημάτων. Ως προς τα Κληροδοτήματα αυτά, με τα οποία επισταμένως ασχολήθηκε η Επιτροπή μας, επισημαίνεται ότι:
γ1. Πρέπει να επιταχυνθούν οι διαδικασίες που αφορούν τα όσα ήδη προηγουμένως αναφέρθηκαν περί καταγραφής αυτών και της περιουσίας τους και διαπίστωσης του αν και κατά πόσο λειτουργούν σύμφωνα με τη βούληση των διαθετών τους και ως το ποιοι ευθύνονται για τυχόν παρεκκλίσεις, οι οποίες έχουν διαπιστωθεί ή πρόκειται να διαπιστωθούν. Τούτο δε είναι εντελώς ανεξάρτητο από τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις του α.ν. 2039/1939. Ιδιαίτερη έμφαση, λόγω της σημασίας τους, πρέπει να δοθεί ως προς τα δεδομένα λειτουργίας των Ζωσιμαίων Κληροδοτημάτων καθώς και των Κληροδοτημάτων Γεωργίου Σταύρου, Δήμου και Ελένης Ζωγράφου και Γεωργίου Τούλη.
γ2. Με πολλή προσοχή πρέπει ν’ αντιμετωπισθεί και το ζήτημα της εποπτεύουσας αρχής επί των Κληροδοτημάτων του νομού Ιωαννίνων και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α΄βαθμού του νομού αυτού, κυρίως δε του Δήμου Ιωαννιτών. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι οι διατάξεις του άρθρου 37 του ν. 1373/1984 είναι επαρκέστατα σαφείς ως προς το ποια Κληροδοτήματα καταλαμβάνει στο πλαίσιο εφαρμογής τους. Απλή ανάγνωσή τους αρκεί για να καταδείξει ότι καταλαμβάνει τα κάθε είδους Κληροδοτήματα που υπάγονται στον νομό Ιωαννίνων, συμπεριλαμβανομένων φυσικά και εκείνων που υπάγονται στον Δήμο Ιωαννιτών. Άρα δεν χρειάζεται τροποποίηση του ως άνω άρθρου 37 του ν. 1373/1984, προκειμένου να γίνει σαφέστερο. Αντιθέτως, αρκεί απλή ανάκληση –με τη διαδικασία ανάκλησης παράνομης διοικητικής πράξης- της υπουργικής εκείνης απόφασης η οποία έκανε δεκτή εσφαλμένη γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Γ. Οργάνωση της εποπτείας επί των Κληροδοτημάτων.
Όπως ήδη τονίσθηκε, εδώ και πολλά χρόνια η εποπτεία επί των Κληροδοτημάτων είναι από εντελώς ανεπαρκής έως ανύπαρκτη. Απαιτείται λοιπόν, πέραν της αναγκαίας ενοποίησής της στο πλαίσιο των αρμόδιων υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών και, συγκεκριμένα, της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας και Εθνικών Κληροδοτημάτων, πλήρης αναδιοργάνωσή της προς τις εξής, κυρίως, κατευθύνσεις:
1. Θα ήταν χρήσιμη, όχι μόνο για την καλλίτερη αξιοποίηση των Κληροδοτημάτων αλλά και της Δημόσιας Περιουσίας γενικότερα, η δημιουργία Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας και Κληροδοτημάτων στο Υπουργείο Οικονομικών.
2. Επειδή όμως προφανώς δεν αρκεί η κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, απαιτείται ουσιαστική αποκέντρωσή της. Απαιτείται δηλαδή δημιουργία αντίστοιχων υπηρεσιών, τουλάχιστον σ’ επίπεδο διεύθυνσης, σε κάθε μια από τις επτά Αποκεντρωμένες Διοικήσεις (άρθρο 6 του νόμου με τον οποίο θεσμοθετήθηκε ο «Καλλικράτης»), ώστε να καθίσταται εφικτή η εποπτεία των επιμέρους Κληροδοτημάτων με βάση την έδρα τους. Διευκρινίζεται με έμφαση ότι η πρότασή μας αφορά αποκέντρωση της επί των Κληροδοτημάτων εποπτείας και όχι παραχώρηση αυτής στις αυτοδιοικούμενες νέες Περιφέρειες μετά την εφαρμογή του «Καλλικράτη». Και τούτο διότι, όπως είναι αυτονόητο, μια τέτοια εποπτεία συνιστά εθνική και όχι τοπική υπόθεση και, άρα, σύμφωνα με το άρθρο 102 του Συντάγματος δεν μπορεί να παραχωρηθεί σε Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ακόμη και β΄βαθμού.
3. Είναι αναγκαία η στελέχωση των κατά τ’ ανωτέρω κεντρικών και περιφερειακών κρατικών υπηρεσιών εποπτείας των Κληροδοτημάτων με όλο εκείνο το εξειδικευμένο προσωπικό, το οποίο μπορεί ν’ ασκήσει πραγματικά μια τέτοια εποπτεία. Χωρίς το προσωπικό αυτό η όποια μεταρρύθμιση του νομικού καθεστώτος των Κληροδοτημάτων είναι θέμα χρόνου να καταστεί γράμμα κενό περιεχομένου.
4. Είναι, τέλος, αναγκαία η πλαισίωση των κεντρικών και περιφερειακών κρατικών υπηρεσιών εποπτείας των Κληροδοτημάτων με όλα τα σύγχρονα μέσα ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Έτσι ώστε και να επιτυγχάνεται επιτάχυνση ως προς την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους και να τηρούνται όλοι οι όροι διαφάνειας, τους οποίους επιβάλει η τόσο ευαίσθητη αποστολή τους. Μόνον έτσι, άλλωστε, θα μπορέσουν ν’ ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του προγράμματος «ΔΙΑΥΓΕΙΑ» το οποίο τίθεται σταδιακά σ’ εφαρμογή. Και μια τέτοια τομή, με τα μέσα που παρέχουν σήμερα κυρίως το πρόγραμμα «ΣΥΖΕΥΞΙΣ» και η εθνική δικτυακή πύλη «ΕΡΜΗΣ», μπορεί ευχερώς να επιτευχθεί, και μάλιστα χωρίς καμία πρόσθετη θεσμική μεταβολή.

Δ. Καθεστώς διαφάνειας των Κληροδοτημάτων.
1. Πρέπει αμέσως να επιβληθεί –και πάλι χωρίς να υφίσταται ανάγκη σημαντικής πρόσθετης θεσμικής μεταβολής- καθεστώς πλήρους διαφάνειας ως προς την οργάνωση και λειτουργία των κάθε είδους Κληροδοτημάτων. Προς τούτο δε είναι ανάγκη να τεθεί συγκεκριμένος χρονικός ορίζοντας προσαρμογής των επιμέρους Κληροδοτημάτων στο καθεστώς διαφάνειας, με επιβολή των αναγκαίων αυστηρών κυρώσεων σ’ όσα Κληροδοτήματα δεν είναι διατεθειμένα να συμμορφωθούν. Ειδικότερα πρέπει να επιβληθεί στα Κληροδοτήματα η υποχρέωση να γίνονται διαδικτυακώς γνωστά σε κάθε ενδιαφερόμενο, με ειδική ιστοσελίδα για κάθε Κληροδότημα, μεταξύ άλλων κυρίως:
α. Οι ετήσιοι προϋπολογισμοί και απολογισμοί τους καθώς και οι αποφάσεις που λαμβάνονται από τα όργανα διοίκησής τους.
β. Η προκήρυξη των υποτροφιών τους καθώς και τα αποτελέσματα των αντίστοιχων διαδικασιών επιλογής των συγκεκριμένων υποτρόφων.
2. Πρέπει ν’ αντιμετωπισθεί, το συντομότερο δυνατό, το τεράστιο πρόβλημα των Σχολαζουσών Κληρονομιών, οι οποίες δεσμεύουν, κατ’ αποτέλεσμα, τεράστια ποσά, όπως ήδη προεκτέθηκε. Ειδικότερα πρέπει να διερευνηθεί η δυνατότητα καθιέρωσης της θεσμικής εκείνης διεξόδου, μέσα από την οποία οι Σχολάζουσες Κληρονομίες θα μπορούν πρώτα να περιέχονται στο Δημόσιο και ύστερα να εκκαθαρίζονται. Μόνον έτσι θα μειωθούν στο ελάχιστο οι πρωτοφανείς καθυστερήσεις εκκαθάρισης και τα φαινόμενα αδιαφάνειας που παρατηρούνται σήμερα.

Ε. Ρυθμίσεις ως προς την εν γένει οικονομική διαχείριση των Κληροδοτημάτων.
Επαναλαμβάνουμε ότι είναι ανάγκη να επιβληθούν αμέσως όλες οι προαναφερόμενες υποχρεώσεις στα κάθε είδους Κληροδοτήματα, ώστε ν’ ανταποκριθούν στο ύψος των περιστάσεων της εθνικής αποστολής την οποία οφείλουν να φέρουν σε πέρας. Από την άλλη όμως πλευρά, και με δεδομένο το γεγονός ότι πρέπει ακριβώς να λαμβάνεται υπόψη από τον νομοθέτη τόσο η ευαισθησία όσο και η σημασία της αποστολής τους αυτής, κρίνεται αναγκαίο να θεσμοθετηθούν συγκεκριμένες αλλαγές, οι οποίες θα διευκολύνουν, χωρίς εκπτώσεις ως προς τη διαφάνεια και χωρίς αντίθετες προς την αρχή της ισότητας διακρίσεις, την εκπλήρωση της ως άνω αποστολής και του αντίστοιχου δημόσιου συμφέροντος. Μέσα στο πλαίσιο αυτό προτείνεται ιδίως:
1. Η τροποποίηση του ιδιαίτερα επιβαρυντικού για τα Κληροδοτήματα ισοπεδωτικού φορολογικού συστήματος και η προσαρμογή του στην ιδιαιτερότητα της αποστολής τους, με δεδομένο το γεγονός ότι τα Κληροδοτήματα αυτά είναι προϊόν δωρεών, τις οποίες το κράτος πρέπει να ενισχύει και όχι να τις απωθεί. Υπό τα σημερινά φορολογικά δεδομένα η παράδοση των Εθνικών Ευεργετών οδηγείται σε αποδυνάμωσή της. Ιδίως δε πρέπει να επιβληθεί όσο το δυνατόν ενιαίο φορολογικό καθεστώς ως προς τα Κληροδοτήματα, με αντίστοιχη κατάργηση αυθαίρετων αλλά και αναποτελεσματικών στην πράξη διακρίσεων.
2. Η αναπροσαρμογή του νομικού καθεστώτος δανεισμού των Κληροδοτημάτων. Συγκεκριμένα θεωρούμε χρήσιμη την καθιέρωση δυνατότητας χαμηλότοκου δανεισμού των Κληροδοτημάτων που αντιμετωπίζουν άμεσα προβλήματα εκπλήρωσης της αποστολής τους σύμφωνα με τη βούληση του διαθέτη τους. Υπό τον απαραίτητο, βεβαίως, όρο ότι τούτο ισχύει μόνο για Κληροδοτήματα τα οποία πληρούν όλες τις προϋποθέσεις χρηστής διαχείρισης και διαφάνειας, πράγμα που σημαίνει ότι η δυσχερής οικονομική τους κατάσταση οφείλεται σε αντικειμενικές συνθήκες και όχι σε φαινόμενα κακοδιαχείρισης. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο πρέπει, επίσης, να εξετασθεί η δυνατότητα επιχορήγησης των Κληροδοτημάτων τόσο από το Δημόσιο όσο και από επιμέρους Οργανισμούς Πρόνοιας.
3. Η καθιέρωση ειδικού πλαισίου ένταξης των Κληροδοτημάτων σε ευρωπαϊκά προγράμματα τόσο κοινωνικής όσο και εκπαιδευτικής πολιτικής, υπό τον αυτονόητο βεβαίως όρο ότι τούτο όχι μόνο συνάδει προς τον σκοπό τους αλλά και διευκολύνει την εκπλήρωση του σκοπού αυτού. Και πάλι τονίζεται ότι κάτι τέτοιο μπορεί ν’ αφορά μόνο Κληροδοτήματα, τα οποία δεν εμφανίζουν προβλήματα από πλευράς νομιμότητας διαχείρισης και διαφάνειας.
4. Η διαμόρφωση αντίστοιχου με την ιδιαιτερότητα της γενικότερης αποστολής των Κληροδοτημάτων νομικού καθεστώτος ως προς την εκμετάλλευση, ιδίως δε ενοικίαση και πώληση των ακινήτων τους. Το σημερινό καθεστώς, με τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις που εμφανίζει, είναι υπαίτιο για πολλές από τις κακοδαιμονίες οι οποίες μαστίζουν τα οικονομικά των Κληροδοτημάτων και, κατά συνέπεια, τις δυσχέρειες ως προς την αποτελεσματική διεκπεραίωση της αποστολής τους, χωρίς υπαιτιότητα των διοικήσεών τους. Τονίζεται βεβαίως εδώ ότι όλες αυτές οι διευκολύνσεις πρέπει να παρασχεθούν στα Κληροδοτήματα μόνο εφόσον οι σχετικές διαδικασίες θ’ αναπτύσσονται υπό όρους πλήρους διαφάνειας, μέσω της αντίστοιχης ιστοσελίδας κάθε Κληροδοτήματος, όπως ήδη προεκτέθηκε.
Έτσι, π.χ. πρέπει να εξεταστεί η καθιέρωση του κανόνα ότι οι αποφάσεις των οργάνων διοίκησης των Κληροδοτημάτων, οι οποίες αφορούν την κάθε είδους αξιοποίηση της περιουσίας τους, υπόκεινται σε κατασταλτικό έλεγχο νομιμότητας, όχι όμως και προληπτικό.
5. Η θεσμοθέτηση ειδικών κανόνων ως προς τον προσδιορισμό και την καταβολή αποζημίωσης στα Κληροδοτήματα σε συγκεκριμένες περιπτώσεις επιβάρυνσης της ιδιοκτησίας τους, όπως π.χ. στις περιπτώσεις απαλλοτρίωσης των ακινήτων αυτών, ανταλλαγής τους για παρεμφερείς σκοπούς ή χαρακτηρισμό τους ως κοινόχρηστων χώρων ιδίως από τους οικείους ΟΤΑ. Και τούτο διότι το σημερινό νομικό καθεστώς, μέσα από τις τεράστιες καθυστερήσεις που συνεπάγεται ως προς τις ως άνω διαδικασίες, επιφέρει μακροχρόνιες δεσμεύσεις των περιουσιακών στοιχείων των Κληροδοτημάτων, οι οποίες έχουν άμεσες επώδυνες επιπτώσεις ως προς την αξιοποίηση της περιουσίας τους και, άρα, ως προς την εκπλήρωση του σκοπού τους, χωρίς φυσικά δική τους υπαιτιότητα.
6. Τέλος, για την καλλίτερη και, ιδίως, ταχύτερη εκδίκαση των διαφορών, οι οποίες αφορούν την τύχη και την προοπτική των Κληροδοτημάτων, κρίνεται αναγκαία η τροποποίηση των διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που αναθέτουν τη σχετική αρμοδιότητα στο Εφετείο Αθηνών, προς την κατεύθυνση της ανάθεσης της αρμοδιότητας αυτής σ’ όλα τα Εφετεία της Χώρας, με κριτήριο καθορισμού της κατά τόπο αρμοδιότητάς τους την έδρα του κάθε Κληροδοτήματος.


Αθήνα, 1/2/2011

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ





http://www.epirusonline.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=5782:2011-02-02-13-26-03&catid=36:top-news

Δεν υπάρχουν σχόλια: