Ο κριτικός δημόσιος διανοούμενος και η εξουσία

Του Νίκου Κοτζιά

Για να γίνει ο κόσμος καλύτερος χρειάζεται να φωτίσουμε τις αδυναμίες του και να προτείνουμε τρόπους δημιουργικής υπέρβασής του. Να διαφωτίζουμε κριτικά το σημερινό γίγνεσθαι και να προτείνουμε το άνοιγμα στο μέλλον. Η ουσία του Διαφωτισμού είναι η Κριτική. Η κριτική που διαφωτίζει...
.
1. Είναι ο κριτικός λόγος κάτι το ασήμαντο;
Ο κριτικός διαφωτισμός πίστευε στη δύναμη των λόγων. Στη δύναμη της σαφήνειας. Της θέλησης ανάδειξης των καλών πλευρών του ανθρώπου και όχι του σκοταδιού, του εύκολου και επιφανειακού. Ο Καντ είναι αυτός που συνέδεσε τον λόγο του διαφωτισμού με την κριτική. Τότε η Πρωσία, λόγο των εκσυγχρονιστικών της αλλαγών, είχε ανάγκη από νέες ιδέες, νεωτερισμούς και δημιουργικό πνεύμα. Όχι, όμως, από φωνές που θα αμφισβητούσαν τον πυρήνα της εξουσίας, την Μοναρχία. Η κριτική, δηλαδή, έπρεπε να φτάνει μέχρι τον προθάλαμο της Αυλής και να παραμένει εκεί. Η κριτική που προσπαθούσε να ξεπεράσει τον αυλόγυρο, αντιμετωπιζόταν με την αποσιώπηση. Με υποτιμητικές συμπεριφορές.
Τι ρόλο μπορούσε να παίζει ο δημόσιος κριτικός λόγος ενός φιλοσόφου, σε μια εποχή που ο στρατός είχε ήδη πραγματοποίηση μια εκσυγχρονιστική αναδιοργάνωση και κέρδιζε πολέμους; Τι ρόλο μπορούσαν να παίζουν «τα λόγια» του κριτικού διαφωτισμού, όταν είχε αρχίσει η εισαγωγή νέων μεθόδων οργάνωσης της παραγωγής, εμφανιζόταν η μηχανή και οι θετικές επιστήμες έκαναν το θαύμα τους; Τότε που η εξουσία έδειχνε στον κριτικό Λόγο τον δρόμο των απορριμμάτων, διότι, υποστήριζε, ότι αυτή δεν άξιζε τίποτα μπροστά στα μεγάλα θαύματα αλλαγών που έφερνε ο υπό ανάπτυξη καπιταλισμός. Παρά, όμως, την αδιαφορία και την αφ’ υψηλού αντιμετώπιση του κριτικού λόγου, λαμβάνονταν από πλευράς εξουσίας μέτρα καταστολής της, ακόμα και με τον φόνο του φορέα τους (σε εκείνες τις εποχές σωματικό, σήμερα ηθικό και πνευματικό).
Σχολιάζοντας ο Ι. Καντ αυτή τη διττή στάση της εξουσίας απέναντι στον κριτικό Λόγο, στο έργο του για την «Αιώνια Ειρήνη» αναρωτιέται ειρωνικά, απευθυνόμενος στον Πρώσο Μονάρχη για ποιο λόγο αφού τα λόγια του δημόσιου κριτικού διανοούμενου δεν αξίζουν ούτε μια δεκάρα, γιατί τότε δεν αφήνουν τον Κριτικό στην ησυχία του να λέει αυτά που λέει, τα ανάξια και άνευ σημασίας. Αναρωτιέται δε, ότι αφού αυτά όλα όσα λέγονται είναι ανάξια απάντησης, για ποιο λόγο η εξουσία καταναλώνει τόσα πολλά πυρομαχικά προκειμένου να κάνει τον Κριτικό να σιωπήσει;

2. Υπάρχει κίνδυνος από τον άχρηστο λόγο;
Η απάντηση στα πιο πάνω ερωτήματα είναι απλή. Ο δημόσιος κριτικός Λόγος, εφόσον είναι πειστικός και τεκμηριωμένος είναι πάντα επικίνδυνος για την Εξουσία που είναι ανακόλουθη. Και αυτό, διότι ο κριτικός Λόγος με ουσία, αποτελεί υλική δύναμη. Η κριτική του λόγου μπορεί να τσακίσει την κριτική των όπλων, της καταπίεσης, της εξαγοράς και της αποσιώπησης, αρκεί να βρει δρόμους και τρόπους να φτάσει στο ευρύτερο κοινό. Για αυτό κάθε εξουσία που δεν παραμένει στις συμφωνίες της, επιδιώκει να βρει τρόπους να τιθασεύσει τον κριτικό Λόγο και τους φορείς του. Να τους ενσωματώσει με υλικές εξαγορές. Να τους μετατρέψει σε φερέφωνα της. Σε «μπιστόλια». Να τους οδηγήσει στον ξεπεσμό της γκρίνιας και του μικρού.
Ο κριτικός δημόσιος διανοούμενος δεν επιδιώκει απλά να θίξει τα κακώς κείμενα. Δεν θέλει απλά να μεμψημερεί προκειμένου να προσελκύσει το ενδιαφέρον. Δεν υποκύπτει στην ευκολία της κριτικής για την κριτική. Αντίθετα, επιδιώκει να βγάλει όλες τις καλές πλευρές των συνομιλητών του, πραγματικών ή φανταστικών. Να ανακαλύψει τις θετικές πλευρές των ανθρώπων με τους οποίους συνεργάζεται, ίσως καμιά φορά και με μια δόση υπερβολής. Αντίθετα, δεν ψάχνει να ανακαλύψει το κακό στους ανθρώπους, το φτηνό, το ποταπό. Επιδιώκει να δώσει κριτική αισιοδοξία στην κοινωνία. Κριτική με την έννοια ότι δεν «πουλά αέρα κοπανιστό» προκειμένου να είναι αρεστός σε εξουσία και εξουσιαστές, αλλά που στηρίζεται σε νέες σκέψεις, σε καινούργιες κριτικές προτάσεις. Θέλει να αλλάξει το υπάρχον και για αυτό του κάνει κριτική. Θέλει να το υπερβεί, όχι, όμως, για να το διαλύσει σε νεφελώματα λόγου, σε κακής ποιότητας επιχειρήματα. Αλλά για να ανοίξει δρόμο. Να συμβάλλει στην απελευθέρωση της κοινωνίας από τα δεσμά που την έχουν τυλίξει, ακόμα και αν νομίζει ότι προσωρινά την βολεύουν. Και όλα αυτά τα κάνει, οφείλει να τα κάνει με παρρησία, όπως έγραψα στο πρωτοχρονιάτικο κείμενό μου από τούτη τη στήλη.

Αυτοί και άλλοι πολλοί, λοιπόν, είναι ο λόγος που δεν θέλουν οι εξουσιαστές και οι αυλοκόλακες να ακούνε κριτική. Αλλά και να μη τους θυμίζει κανείς τη στάση τους σε δύσκολες στιγμές. Επιθυμούν διακαώς το άδειο πουκάμισο που φοράνε μαζί με χρυσά μανικετόκουμπα.

Γ. Η εξουσία να ακούει και να μη φοβάται την κριτική

Η κριτική έχει τη δύναμη και την ικανότητα να εντοπίζει τις αδυναμίες του υπάρχοντος και να διαφωτίζει για τις δυνατότητες υπέρβασής του. Να απελευθερώνει συνειδήσεις, καταστάσεις, θεσμούς και σχέσεις από δεσμά και να διευκολύνει την πραγμάτωση αλλαγών και μιας πιο δίκαιης κοινωνίας.
Το ερώτημα είναι ποιος φοβάται την κριτική και αν αυτό είναι δικαιολογημένο. Κατά τη γνώμη μου, την καλώς εννοούμενη κριτική την φοβόμαστε κατά κάποιο τρόπο όλοι μας. Φοβόμαστε να ανακαλύπτουν τρίτοι τις αδύναμες πλευρές μας και μαζί με αυτούς να ανακαλύπτουμε και εμείς περισσότερες από εκείνες που γνωρίζουμε. Την κριτική την φοβάται, ο λόγος γίνεται πάντα για την δίκαιη κριτική, ασφαλώς περισσότερο εκείνος που είναι συντηρητικός στην νοοτροπία και άδικος στην πράξη. Που δεν επιθυμεί αλλαγές.Ο φόβος της κριτικής είναι πραγματικός. Αλλά ακόμα πιο πραγματικός είναι η χρησιμότητά της. Με την κριτική μπορεί κανείς να προλάβει τα «χειρότερα». Να κάνει έγκαιρες διορθώσεις στα κακώς κείμενα. Να βοηθηθεί να ανοίξει δρόμους στο μέλλον όσο το δυνατό πιο σύντομα και αποτελεσματικά. Για αυτό ο κάθε άνθρωπος, και πριν από όλα οι κάτοχοι εξουσίας, θα πρέπει να μάθουν και να συνηθίσουν να ακούνε κριτικές. Να τις ακούνε όσο η δυνατότητα αλλαγών είναι στο δικό τους χέρι. Διότι όταν δεν τις ακούσουν στον κατάλληλο χρόνο, τότε, όταν θα τους επιβληθεί ως γενική θέληση της κοινωνίας θα είναι αργά να αντιδράσουν. Για όποιον αμφιβάλλει δεν έχει παρά να ζητήσει μισής ώρα ιδιαίτερο μάθημα από τον πρώην πρωθυπουργό της χώρας.

Δ. Τρία είδη κριτικής
Στη ζωή υπάρχουν τριών ειδών κριτικής:Ο υπερβολικά «καλός λόγος» των αυλικών και των συστημάτων. Η «κριτική υμνολογία», η οποία εκφέρεται συνεχώς. Η εξουσία και οι εξουσιάζοντες δεν χρειάζονται να κοπιάσουν προκειμένου να έχουν πρόσβαση σε αυτή και να την ακούνε. Ο λόγος αυτός δεν βοηθά. Είναι αντιπαραγωγικός. Αποπροσανατολίζει. Σε στιγμές, μάλιστα, δυσκολίας, οι αυλοκόλακες την κάνουν. Είτε ως τα ποντίκια που εγκαταλείπουν το πλοίο που βυθίζεται (τους είδα στις 21.4.1967, το καλοκαίρι του 1989, στις 16.9.2007), είτε ως πριονιστές των κλαδιών επί των οποίων κάθεται ο «υμνούμενος».
Η δεύτερη κριτική είναι «η κακή κριτική». Η μοχθηρή. Αυτή που λέγεται στα παρασκήνια. Συνήθως έχει τους ίδιους φορείς με εκείνους της πρώτης. Υμνεί την εξουσία «κατά πρόσωπο» και την υβρίζει στην πλάτη. Πρόκειται, εξάλλου, για την ίδια τη λογική που κυριαρχεί στην αυλή της εξουσίας. Οι εξουσιαστές θα την ακούσουν αυτή την κριτική, έστω και αν αυτό γίνει πιο καθυστερημένα από την πρώτη. Όλο και κάποιος θα τους την μεταφέρει, έστω και με παραποιήσεις, έστω προκειμένου να «θάψει» τον εκφέροντα μια τέτοια κριτική.


Τέλος, υπάρχει ο κριτικός Λόγος. Αυτός που δεν θέλει ούτε να κολακέψει, ούτε να υβρίσει. Που επιδιώκει να συμβάλλει σε μια νέα αρχή. Στη διόρθωση των κακώς κειμένων και να προλάβει λάθη. Αυτή είναι η κριτική που έχει ανάγκη για να πετύχει η εξουσία, αλλά αυτή είναι που δεν αντέχει να ακούει μια μέσου όρου εξουσία. Οι πιο πετυχημένες εξουσίες στην ιστορία της ανθρωπότητας είναι εκείνες οι οποίες όχι μόνο άντεχαν την δημιουργική δημόσια κριτική, αλλά και την επιζητούσαν, δείχνοντας από την πλευρά τους ότι έχουν και εκείνες παρησσία. Διότι, ο ορθός Λόγος για να είναι ορθός πρέπει να διασφαλίζει το θάρρος γνώμης του στόματος, αλλά και το θάρρος του αυτιού να ακούει.
Ελπίζω να μην λείψει στις δύσκολες σημερινές συνθήκες ούτε αυτό το στόμα, ούτε εκείνο το αυτί.

epirusgate


Δεν υπάρχουν σχόλια: